Η Μαριέττα Σγουρδαίου δεν υπήρξε απλώς φιλόλογος στο Αρσάκειο ή ηθοποιός με κοινωνική ευαισθησία. Ήταν και παραμένει μια φωτεινή παρουσία για δεκάδες παιδιά, ιδιαίτερα όμως για τα αδέρφια Αντετοκούνμπο, που στάθηκαν τυχερά να τη βρουν στο δρόμο τους.
Λίγες μόλις ημέρες μετά το φινάλε του Eurobasket 2025, όπου η Γερμανία στέφθηκε πρωταθλήτρια και η Ελλάδα κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο, η Μαριέττα Σγουρδαίου μιλά για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και την οικογένειά του.
Όλα ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90, σε μια πολυκατοικία στην οδό Αγαθουπόλεως. Εκεί διέμενε η μητέρα της Μαριέττας, και ένα βράδυ που η ίδια έτυχε να μείνει στο σπίτι της, άκουσε κλάματα από το υπόγειο. Κατέβηκε και βρήκε δύο μικρά παιδιά μόνα τους: τον 2,5 ετών Θανάση και τον 8 μηνών Γιάννη. Χωρίς δεύτερη σκέψη, τα πήρε στο σπίτι. Οι γονείς τους, ο Τσαρλς και η Βερόνικα –μετανάστες από τη Νιγηρία– είχαν αναγκαστεί να φύγουν εκτάκτως.
Έτσι ξεκίνησε μια βαθιά ανθρώπινη σχέση που έμελλε να κρατήσει για χρόνια.
«Η μητέρα μου κατοικούσε εκεί. Ενα βράδυ που έμεινα στο σπίτι της ακούω κλάματα. Βγαίνω και βλέπω την πόρτα του διαμερίσματος του υπογείου ανοιχτή. Μπαίνω μέσα. Ενα αγοράκι 2,5 χρονών και ένα μωράκι 8 μηνών, έκλαιγαν. Δεν ήταν κανείς στο σπίτι. Παίρνω τα παιδάκια, τα ανεβάζω επάνω στο δικό μας σπίτι. Ο Θανάσης, ο μεγαλύτερος, μου έλεγε, στα αγγλικά, ότι ο μπαμπάς του έχει κόκκινο αυτοκίνητο. Τα καθησύχασα. Τα κοίμισα. Ηρθαν οι γονείς αργότερα. Τους μίλησα θυμωμένη. Μου εξήγησαν ότι είχε προκύψει κάτι έκτακτο και έπρεπε να λείψουν για λίγο. Δεν είχαν πού να αφήσουν τα παιδιά. Ο μπαμπάς σπούδαζε στη γεωργική σχολή της Λάρισας. Ηταν πολύ νέοι, φαίνονταν καλοί άνθρωποι. Η δική μου μητέρα, γεννημένη στην Αίγυπτο, ήταν ευαισθητοποιημένη με τα θέματα της Αφρικής. Από μικρή δε, που είχα διαβάσει την “Καλύβα του μπαρμπα-Θωμά” με είχε επηρεάσει πολύ. Εβλεπα τον κόσμο μέσα από αυτό το πρίσμα», δήλωσε στη Μαρία Κατσουνάκη και την Καθημερινή
Υπήρξαν δεύτερη οικογένεια για τα παιδιά. Η αδελφή της, Άννα, είχε αναλάβει κυρίως τον μικρό Γιάννη, ενώ και η μητέρα τους στάθηκε δίπλα τους με κάθε τρόπο. Από ρουχαλάκια που συγκέντρωναν από γονείς του σχολείου μέχρι στέγη και φροντίδα όταν οι συνθήκες στο υπόγειο διαμέρισμα δεν το επέτρεπαν, ειδικά κατά τις γεννήσεις των μικρότερων παιδιών.
Όταν ο Θανάσης πήγαινε μαζί της στις θεατρικές πρόβες, είχε γίνει το αγαπημένο παιδί του Θανάση Βέγγου, ο οποίος συνήθιζε να του δίνει γλυκά και πατατάκια.
«Επαιρνα και τον Θανασάκη στις πρόβες. Ο Βέγγος του είχε μεγάλη αδυναμία. Αδειαζε τα κυλικεία από τσιπς και καραμέλες για να τα δίνει στον μικρό, θα ήταν γύρω στα 7 τότε», είπε στην ίδια συνέντευξη.
Στο σπίτι της Μαριέττας γιόρταζαν τα γενέθλιά τους, έσβηναν τα κεράκια τους, μεγάλωναν σαν μέλη της δικής της οικογένειας.
Ο μικρός Θανάσης είχε τότε σοβαρή μυωπία, αποτέλεσμα αβιταμίνωσης, ενώ ο Γιάννης –πέρα από το ταλέντο του στο μπάσκετ– διακρινόταν και στα μαθήματα, εξαιρετικός στην ορθογραφία, το συντακτικό και τα μαθηματικά. Ωστόσο, δεν έλειψαν οι στιγμές ρατσισμού. Στο Λύκειο, ένας μαθηματικός του πετούσε το τετράδιο και του έλεγε υποτιμητικά: «Πιάσ’ τα, ρε μαύρε». Η Μαριέττα δεν έμεινε αμέτοχη. Ως εκπαιδευτικός, κατήγγειλε τη συμπεριφορά στην Επιθεώρηση Εκπαίδευσης. «Ήταν γνωστός για τέτοια, τον είχαν αλλάξει πολλά σχολεία», της είπαν.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, κάποια στιγμή ο Γιάννης συνελήφθη γιατί πουλούσε παράνομα CD για να βοηθήσει την οικογένειά του. Όταν οδηγήθηκε στο τμήμα, ζήτησε την “νονά” του, τη Μαριέττα. Οι αστυνομικοί, συγκινημένοι από την ειλικρίνειά του, αποφάσισαν να σταθούν δίπλα του. Ο ίδιος τους εξήγησε: «Είμαστε πέντε στο σπίτι, πώς να φάμε;». Από τότε, ο διοικητής του τμήματος τού έδινε συχνά τρόφιμα και ρούχα.
«Είμαι ο Θανάσης Αντετοκούνμπο και γεννήθηκα στο Αρεταίειο. Το λέω για να μη νομίζει κανείς ότι από κάπου μας έφεραν ή ότι ήρθαμε από το φεγγάρι. Εδώ γεννήθηκα, εδώ πήγα νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο.
Δεν είχα πλούσιους γονείς. Αν κάτι άλλαξε στη ζωή μου, αυτό έγινε με τη σκληρή δουλειά. Βρήκα κάτι που αγάπησα και το ακολουθώ σαν θρησκεία, μέχρι να γίνω η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Όλοι ξεκινάμε από την ίδια αφετηρία.
Είχα δίπλα μου ανθρώπους που με βοήθησαν, όπως την κυρία Μαριέττα Σγουρδαίου, που την αποκαλώ “νονά”. Φιλόλογος στο Αρσάκειο και ηθοποιός.
Μας πήγε, παιδιά 12-13 ετών, να ακούσουμε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη. Μας σύστησε την κυρία Μαρία Χορς, που ντύνει τις ιέρειες.
Μυήθηκα στην ελληνική κουλτούρα, στο αρχαίο δράμα. Διάβασα βιβλία. “Θανάση, θα πάθεις σοκ αν διαβάσεις τους Αδελφούς Καραμαζώφ”, μου είπαν κάποτε. “Θα σου ανοίξουν τα μάτια”. Αυτές οι εμπειρίες με άλλαξαν, χωρίς να το καταλαβαίνω. Με βοήθησαν και στον αθλητισμό, εμένα, που ήμουν ένα παιδί μεταναστών χωρίς χαρτιά, χωρίς τίποτε. Δεν χρειάζεται να έχει λεφτά κάποιος για να αισθανθεί πλούσιος. Ο πλούτος είναι στο μυαλό και στην ψυχή.
Αν δεν αγαπάς τον συνάνθρωπό σου, δεν είσαι άνθρωπος. Άσχετα με το χρώμα του δέρματος και με την εθνικότητά του. Κοίταξέ με λίγο, μόνο η αγάπη σε κάνει άνθρωπο. Και η σκέψη. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι ο άνθρωπος είναι πολιτικό ζώον. Αν βγάλεις την πολιτική από μέσα του, μένει σκέτο ζώον! Νοιάζομαι για το κοινό συμφέρον, δεν είμαι απολιτίκ.
Πώς είναι δυνατόν να μη θεωρείται Έλληνας κάποιος που γεννήθηκε εδώ, πήγε παιδικό σταθμό, σχολείο, πανεπιστήμιο, έλαβε την ελληνική παιδεία; Βγαίνω εκτός εαυτού τώρα. Όπου πηγαίνω, λέω ότι είμαι Έλληνας με καταγωγή από τη Νιγηρία. Εγώ ξέρω ποιος είμαι. Έλληνας είμαι», είχε πει ο Θανάσης σε συνέντευξή του στον Γιάννη Παπαγιάννη το 2019.
Πηγή: gossiptv.gr