Τι να μας πει ο κύριος Αυγολέμονος…

Ο Κώστας Καίσαρης, γράφει για την αθλητική δημοσιογραφία, που επιστρέφει στη δεκαετία του 60. Για τις τραγικές συνθήκες και για τους ρεπόρτερς-Ταλιμπάν.

ΠΑΙΡΝΕΙ χρόνο συμμετοχής την Κυριακή, με τον Λεβαδειακό ο Μακέντα. Το θέμα μου, όμως δεν είναι ο Φεντερίκο. Το θέμα μου είναι η δημοσιογραφία. Διαβάζω, αθλητικές εφημερίδες 60 χρόνια plus. Τότε που δεν υπήρχε τηλεόραση. Το ραδιόφωνο μετέδιδε τη θεία λειτουργεία, κανένα τραγούδι του Νίκου Γούναρη κι είχε εκπομπή η θεία Λένα για τα παιδιά. Οι εφημερίδες, γράφανε στην κυριολεξία ότι γουστάρανε. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες, κοτσάρανε μία φωτογραφία στην πρώτη σελίδα. Κι από κάτω κειμενολεζάντα, «ο απεσταλμένος μας στη Ρώμη, Κώστας Καισαράκης μεταδίδει τις προσπάθειες του διαδόχου του θρόνου Κωνσταντίνου για το χρυσό μετάλλιο στην Ιστιοπλοΐα». Παραμύθι φούρναρης. Κανείς απεσταλμένος δεν υπήρχε στη Ρώμη. Ο δημοσιογράφος Καισαράκης, είχε εντολή να κλειστεί για δέκα μέρες σπίτι του. Να μην βγαίνει έξω, ούτε για τσιγάρα στο περίπτερο. Αφού δεν τον είδε κανείς στην Αθήνα, ήταν πράγματι στην Ιταλία. Έχουνε γίνει και τέτοια.

ΕΠΑΙΖΕ, μία ελληνική ομάδα στο εξωτερικό. Έτρωγε πέντε γκολ. Κανένα πρόβλημα. Φταίγανε η βροχή και η λάσπη. Οι αντίπαλοι ποδοσφαιριστές που βαράγανε στο ψαχνό. Η κούραση από το ταξίδι. Ο διαιτητής που δεν έδωσε δύο καθαρά πέναλτι υπέρ μας κι έδωσε ένα ανύπαρκτο εις βάρος μας. Στο πρώτο και στο τρίτο γκολ, οι επιθετικοί του αντιπάλου έκαναν φάουλ στον τερματοφύλακα. Το δεύτερο, ήταν καθαρό οφσάιντ. Το τέταρτο, το ανύπαρκτο πέναλτι που λέγαμε. Στο πέμπτο, που σημειώθηκε στο τέλος, οι Ελληνες ποδοσφαιριστές, κουρασμένοι και απογοητευμένοι από τις αδικίες, τα είχαν παρατήσει. Ποιος να διαψεύσει; Ποιος να έχει διαφορετική άποψη;

ΕΧΩ ζήσει την αθλητική δημοσιογραφία κι απ’ έξω κι από μέσα. Τους αγράμματους του κρατικού ραδιοφώνου, να μεταδίδουν, «ο Εθνικός πέτυχε σήμερα την πρώτη του ήττα στο στάδιο Καραϊσκάκης». Έζησα την ξέφρενη άνοδο και τη δραματική πτώση του αθλητικού Τύπου. Σε μία διαδρομή μισού και πλέον αιώνα, είτε σαν αναγνώστης είτε σαν επαγγελματίας. Και φτάνουμε στο σήμερα. Στην εποχή της τεχνολογίας. Που κανείς δεν μπορεί να κρύψει τίποτα από κανέναν. Κι όμως. Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Είναι σαν να διαβάζεις την «Αθλητική Ηχώ» της δεκαετίας του 60. Ο ρεπόρτερ της ομάδας να γίνεται ντε και καλά Τζανακόπουλος. Να γράφει και να μιλάει σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο.

ΣΤΟΝ ΠΑΟΚ που είναι υπό την επήρεια του νεοπλουτισμού και της στέρησης, να γίνονται πιο επιθετικοί κι απ’ τον Λούμπος Μίχελ. Στον Ολυμπιακό να συμπεριφέρονται σαν κλώνοι του Σάββα. Στη ΑΕΚ να διαγωνίζονται σε μαχητικότητα τον Μπιλ τον Δημητριάδη. Θα φέρω ένα παράδειγμα από τον Παναθηναϊκό. Που ούτε διοίκηση υπάρχει, ούτε κεντρική διαχείριση της επικοινωνίας. Καθημερινή ντιρεκτίβα καθοδήγησης, «γράφουμε αυτό κι αυτό». Είναι όμως το ένστικτο της αυτοσυντήρησης του ρεπόρτερ. Ντε και καλά να βάλει πλάτη στη μεταγραφή του Μακέντα. Με κείμενα κόπυ-πάστε που λέει και ο σύντροφος Πολάκης. «Αφού πέρασε από τη Γιουνάιτεντ, δεν γίνεται να μην είναι καλός». «Δεν είναι δυνατόν να ξέχασε την μπάλα στα 27 του».

ΟΛΑ αυτά, την εποχή που με ένα κλικ, τα έχεις όλα στο πιάτο. Δεν χρειάζεσαι δραγουμάνο. Τα πράματα για το παλικάρι είναι απλά: Τις δύο προηγούμενες σεζόν έπαιξε στη Νοβάρα. Βήτα Ιταλίας. Συμμετοχές 51 κι από γκολ τεμάχια δέκα. Η οποία Νοβάρα τερμάτισε 20ή, στις 22 ομάδες. Τρίτη από το τέλος, αν δεν έγινα αντιληπτός και υπεβιβάσθει. Σαν να λέμε ο Αχαρναϊκός της Ιταλίας. Ομάδα ο Φεντερίκο Μακέντα την περίοδο των μεταγραφών δεν βρήκε και υπέγραψε στον Παναθηναϊκό σαν ελεύθερος. Πιο πίσω, δύο σεζόν 2014-15 και 2015-16 στην Κάρντιφ, συμμετοχές 27, γκολ 6. Το βιογραφικό σε κάθε ποδοσφαιριστή, είναι καθρέφτης. Τα λέει όλα. Τίποτα δεν κρύβει. Τι να μας πει ο κύριος Αυγολέμονος; Τα ορφανά πορεύονται και οι χήρες κονομιούνται. Και για του λόγου αληθές, ο Φεντερίκο βρήκε ομάδα και πορεύεται. Το ποδόσφαιρο, είναι για αρχόντους. Που έχουνε προπονηθεί υπό τας διαταγάς του Σερ Άλεξ . Δεν είναι για λινάτσες. Κι επαναλαμβάνω: Δεν το προσωποποιώ, στους ρεπόρτερς του Παναθηναϊκού. Που θα πρέπει να τους αναγνωρίσουμε, ότι υστερούν κατά πολύ σε μαχητικότητα, από τους συναδέλφους τους, των άλλων τριών της Big4. Απλά αναφέρω την περίπτωση Μακέντα, σαν το πλέον πρόσφατο παράδειγμα.

Η ΑΝΑΦΟΡΑ είναι γενική κι έχει να κάνει με το σύνολο του συναφιού. Κανείς δεν μένει έξω. Ο Γκαγκάτσης είναι που έχει πει, «ουδείς αναμάρτητος στο ελληνικό ποδόσφαιρο». Αυτό ισχύει στον πόντο και στη δημοσιογραφία. Και η κατάσταση όσο πάει και γίνεται ακόμα χειρότερη. Η κρίση έδωσε τη χαριστική βολή. Δουλειές δεν υπάρχουνε. Κι όσες υπάρχουνε είναι κακοπληρωμένες. Αν πληρώνεσαι και δεν είσαι πέντε-έξι μήνες μέσα. Τι θα κάνει ο έρημος ο ρεπόρτερ; Και δεν θέλω να δίνω την εικόνα του γεροπαράξενου. Υπάρχουνε παιδιά με ταλέντο με ικανότητες με γνώσεις, με όρεξη για δουλειά. Κάτω από αυτές τις συνθήκες να δουλέψουνε που; Με ποια λεφτά; Και με ποια προοπτική; Δεν είναι μόνο το σήμερα. Είναι ότι δεν προκύπτει από πουθενά, ότι θα είναι καλύτερο το αύριο. Μοιραία ο ρεπόρτερ θα βρει αποκούμπι στην ομάδα. Θα γίνει βασιλικότερος του βασιλέως, μπας και βρει την άκρη για κανένα δεύτερο μεροκάματο. Καταλαβαίνω πολύ καλά τι πάει να πει να είσαι σήμερα τριαντάρης και σχετικά με το μέλλον σου, να βλέπεις έναν τοίχο. Κάπως έτσι η αθλητική δημοσιογραφία που λέγαμε, έχει επιστρέψει στη δεκατία του 60. Κι ακόμα χειρότερα. Αυτά.

Στη μουσική επιλογή, Golden Earing-Radar Love.

 

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από