Η Εθνική ομάδα έπαιξε επιθετικό ποδόσφαιρο στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, ωστόσο η επιλογή αυτή δεν απέδωσε και οδήγησε στον αποκλεισμό.
Η Εθνική ομάδα άρχισε τον όμιλο με μεγάλες προσδοκίες και με πίστη στην πρόκριση, όμως κατέληξε σε αποτυχία και με αποκλεισμό μόλις από την 4η αγωνιστική του ομίλου. Ακόμα και η Δανία που μας νίκησε εύκολα δύο φορές και φαινόταν ανώτερου αγωνιστικού επιπέδου, τερμάτισε δεύτερη και θα διεκδικήσει την πρόκριση της στο Παγκόσμιο Κύπελλο μέσω των μπαράζ. Γεγονός που μας προβληματίζει ακόμα περισσότερο για αυτό που συνέβη στον όμιλο μας.
Η Σκωτία που τελικά αναδείχτηκε πρώτη, εάν ρωτήσεις τον οποιονδήποτε στο ελληνικό στρατόπεδο, θα σου απαντήσει πως είναι υποδεέστερη της Ελλάδας. Ισχύει κάτι τέτοιο; Η απάντηση είναι σύνθετη. Παίξαμε τέσσερις φορές σε μερικούς μήνες και πάντα υπήρξε διακύβευμα. Οι Έλληνες έχουν δύο νίκες, όσες και οι Σκωτσέζοι και οι επιτυχίες μοιράζονται. Αν και η δική μας έχει μικρότερη αξία, αφού δεν συγκρίνεται η άνοδος στο πρώτο γκρουπ δυναμικότητας του Nations League με την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Σίγουρα η Ελλάδα ήταν πιο θεαματική, όμως η Σκωτία είχε την ουσία στην πιο κρίσιμη στιγμή. Για αυτό νίκησε τη Δανία στη Γλασκόβη και πήρε την ισοπαλία στην Κοπεγχάγη. Σαφώς και με τη βοήθεια της τύχης: όποιος είδε το ματς στο Χάμπντεν Παρκ, ξέρει πως οι Δανοί έχασαν ευκαιρίες για εύκολο διπλό.
Ωστόσο, στη ζωή και στο ποδόσφαιρο με το «αν» δεν προχωράς. Σημασία έχει το αποτέλεσμα και αυτό χαράσσεται στα ιστορικά βιβλία. Οι εντυπώσεις είναι πρόσκαιρες και δεν εξασφλίζουν μία θέση στο πάνθεον.
Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο της αποτυχίας της Εθνικής ομάδας, να ακολουθήσει μία εξαντλητική ενδοσκόπηση μεταξύ της διοίκησης της ΕΠΟ και του προπονητικού επιτελείου. Στην προκειμένη ο χρόνος είναι αρκετός μέχρι την επόμενη επίσημη υποχρέωση, το Nations League του προσεχούς Νοεμβρίου. Άρα, οι ιθύνοντες έχουν την ευχέρεια να καθαρίσουν το μυαλό τους και να συζητήσουν ήρεμοι και με όλα τα δεδομένα στη διάθεση τους.
Η αίσθηση του υπογράφοντος είναι ότι στην Εθνική ομάδα παρασύρθηκαν ως έναν βαθμό από τις μεγάλες προσδοκίες και λειτούργησαν μαξιμαλιστικά στην προσέγγιση των παιχνιδιών. Ανάλογο συναίσθημα επικράτησε στους φιλάθλους, όμως αυτοί δεν σχεδιάζουν το πλάνο και δεν καθορίζουν την προετοιμασία. Ο Γιοβάνοβιτς και οι συνεργάτες του παίρνουν τις αποφάσεις και συνεπώς, εκείνοι έχουν την ευθύνη.
Η Εθνική ομάδα προσπάθησε να επιβληθεί με ένα ποδόσφαιρο κυριαρχίας, επιλογή που στην πράξη δεν πέτυχε. Αντιθέτως η κυνική Σκωτία, συνειδητοποιημένη πως έχει λιγότερο ταλέντο, έπαιξε μόνο για το αποτέλεσμα και αδιαφόρησε για τις εντυπώσεις και τις επικρίσεις. Στο τέλος, ο Στιβ Κλαρκ και οι παίκτες του δικαιώθηκαν και θα πάνε στο Μουντιάλ, ενώ οι διεθνείς μας θα το δουν εξ’ αποστάσεως.
Στροφή σε ένα πιο βαθμοθηρικό στυλ
Οπότε, για τον υπογράφοντα, ένα μείζον ζήτημα είναι ακριβώς αυτό: είναι εφικτό να παίξει η Ελλάδα τόσο επιθετικό ποδόσφαιρο ή μήπως απαιτείται ένας συμβιβασμός με ένα πιο βαθμοθηρικό στυλ; Επειδή τα προκριματικά διεξάγονται πια σε μικρούς ομίλους, σε ένα τρίμηνο και κάθε απώλεια βαθμών κοστίζει ή δεν αναπληρώνεται καν. Ένα σχέδιο καθολικής υπεροχής χρειάζεται χρόνο για να δουλευτεί και να αποδώσει. Χρόνος που δεν υπάρχει για τις Εθνικές, εκεί που ο εκάστοτε προπονητής προπονεί τους παίκτες για 2-3 μέρες πριν τους αγώνες.
Άρα, αυτό το ερώτημα θα απαντήσει ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς… Εάν θα προσαρμόσει τη φιλοσοφία του σε μία διαφορετική λογική, τώρα που έχει την εμπειρία μίας προκριματικής φάσης μεγάλης διοργάνωσης και του Nations League. Ή θα επιμείνει στη λογική του και θα ρισκάρει να πάθει ότι έπαθε αυτό το φθινόπωρο; Η απάντηση, προσεχώς.
Πηγή: in.gr