Λόγω των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή και της έκρυθμης κατάστασης που διαμορφώνεται, ο υπουργός Άμυνας Νίκος Δένδιας συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του υπουργείου
Έκτακτη σύσκεψη της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας συγκάλεσε το απόγευμα της Τετάρτης ο υπουργός Νίκος Δένδιας.
Η σύσκεψη πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ) με αντικείμενο την αξιολόγηση της κατάστασης που διαμορφώνεται στη Μέση Ανατολή και την επικαιροποίηση των μέτρων αεράμυνας και αντιβαλλιστικής άμυνας της χώρας.
Διαβάστε επίσης: Ελλάδα – Ελβετία 87-65: «Περίπατος» για την Εθνική και ξεκίνημα με το δεξί με τρομερή Φασούλα
Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας
Η σύσκεψη κράτησε πάνω από μια ώρα. Όπως επισημαίνεται από στρατιωτικές πηγές δεν συντρέχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας και η σύσκεψη έγινε για καθαρά προληπτικούς λόγους.
Στη σύσκεψη εκτός από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Άμυνας, συμμετείχαν ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Δ. Χούπης και οι αρχηγοί των Όπλων, πλην του Αρχηγού ΓΕΣ, Γ. Κωστίδη, που τον αντικαθιστά ο υπαρχηγός, Ανδρέας Κορωνάκης λόγω απουσίας του, καθώς και ανώτατοι αξιωματικοί.
Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη Παρασκευή είχε συνεδρίαση εκτάκτως το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ) για την Μέση Ανατολή.
Σημειώνεται επίσης ότι νωρίτερα σήμερα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας σε συνέδριο των FT τόνισε ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να συμμετάσχει σε καμία επιχείρηση ενώ πρόσθεσε με έμφαση ότι «στην ιστορία της Μέσης Ανατολής έχουν υπάρξει αρκετές «φαντασιώσεις» ότι μπορούμε να λύσουμε προβλήματα με στρατιωτικές επιχειρήσεις και αυτό δεν πήγε καλά».
Ο κ. Μητσοτάκης στην παρέμβασή του για τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή ανέφερε τα εξής: «Ανησυχούμε για την προοπτική κλιμάκωσης της σύγκρουσης. Επιμένουμε στο ότι το Ιράν δεν μπορεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και η όποια λύση μπορεί να βρεθεί μέσω της διπλωματικής οδού. Η Ε.Ε. δεν έχει μοχλό πίεσης, μόνο οι ΗΠΑ μπορούν και ο Πρόεδρος Τραμπ πρέπει να αποφασίσει. Εμείς ελπίζουμε ότι δεν θα υπάρξει κλιμάκωση που θα επιφέρει αρνητικές οικονομικές συνέπειες, όπως αύξηση του πληθωρισμού ή διαταραχή των αγορών ενέργειας».