
Ένα πρωινό σαν σήμερα, 11 Μαΐου, ο αξέχαστος τραγουδιστής θα αφήσει την τελευταία του πνοή.
«Φίλε έφυγε ο Στράτος και παρέλυσε το κράτος, η νυχτερινή ζωή έχει μείνει ορφανή». Αυτή είναι η φράση που έχει μείνει για την απώλεια του Στράτου Διονυσίου. Ήταν πρωί της 11ης Μαΐου όταν ο σπουδαίος λαϊκός τραγουδιστής θα περάσει στην ιστορία, αφήνοντας πίσω του μια μεγάλη παρακαταθήκη και τρεις γιους να συνεχίσουν το έργο του.
Γεννημένος στις 8 Νοεμβρίου του 1935 στη Νιγρίτα Σερρών, από πρόσφυγες γονείς από το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, θα αφήσει το δικό του αποτύπωμα στη νυχτερινή ζωή της χώρας.
Διαβάστε επίσης: Ο Τετέ έχει μπει στη «βιτρίνα» για το καλοκαίρι
Το 1947, ο 12χρονος τότε Στράτος μετακόμισε στην Επτάλοφο των Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης και έναν χρόνο αργότερα, ο πατέρας του απεβίωσε, αποτελώντας το πρώτο χτύπημα της μοίρας.
Τα πρώτα του βήματα
Αρχικά, τραγουδούσε αμισθί σε νυχτερινά κέντρα και αφού εργάστηκε ως μικροπωλητής και ράφτης, έκανε ντεμπούτο ως επαγγελματίας τραγουδιστής στο κέντρο «Φαρίντα» της Θεσσαλονίκης. Από τις πρώτες του εμφανίσεις το 1959, ο Διονυσίου τράβηξε το ενδιαφέρον κάποιων καλλιτεχνών, οι οποίοι τον προέτρεπαν να κατέβει στην Αθήνα για να κάνει σημαντικότερες συνεργασίες.
Παρόλο που ο Διονυσίου είχε μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, το 1959 μετακόμισε στην Αθήνα, μερικούς μήνες μετά την πρώτη του εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη. Μέσα από εμφανίσεις στην οδό Σατωβριάνδου γνωρίστηκε με πολλούς τραγουδιστές, μεταξύ των οποίων η Καίτη Γκρέυ. Η Γκρέυ του πρότεινε να συνεργαστούν και ξεκίνησαν να εμφανίζονται στον Αστέρα της Κοκκινιάς. Την ίδια χρονιά, ο Διονυσίου γραμμοφώνησε δίσκο 45 στροφών με το τραγούδι «Δεν είμαι ένοχος» σε στίχους Χρήστου Κολοκοτρώνη και μουσική Σταύρου Χατζηδάκη.
Το 1973 συνελήφθη για παράνομη οπλοκατοχή και χασίς που βρέθηκε στο αυτοκίνητό του. Ο ίδιος υποστήριξε ότι επρόκειτο για συνωμοσία συναγωνιστών. Κρίθηκε αθώος για οπλοκατοχή το 1974, αλλά το 1975, στις 9 Απριλίου, ξεκίνησε στο Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης η εκδίκαση της περιβόητης υπόθεσης εμπορίας ναρκωτικών. Η απόφαση που βγήκε στις 30 Μαΐου, τον καταδίκασε σε τριετή φυλάκιση, ένα έτος στέρησης πολιτικών δικαιωμάτων και τριετή εκτόπιση στα Ιωάννινα (η τελευταία ήταν παρεπόμενη της τυπικής ποινής για αδικήματα που σχετίζονται με ναρκωτικά). Αποφυλακίστηκε χάρη σε αμνηστία από την φυλακή, την άνοιξη του 1976. Εκείνη τη δύσκολη στιγμή, τον στήριξε ιδιαίτερα ο συνάδελφος και φίλος του Τόλης Βοσκόπουλος, ο οποίος το 1977 έγραψε και του έδωσε το τραγούδι «Αποκοιμήθηκα». Ενώ βρισκόταν στην φυλακή, ηχογράφησε και κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Πάλι Μαζί μας».
Ο Στράτος Διονυσίου στην Εισαγγελία, τον Οκτώβριο του ’73
Αξιοσημείωτη είναι η επί 11 χρόνια συνεργασία του με τον Γιάννη Πάριο, του οποίου τις φωνητικές ικανότητες αντιλήφθηκε. Το πρώτο τραγούδι του Γιάννη Πάριου που τραγούδησε ο Στράτος Διονυσίου, ήταν το «Μινόρε Παράπονο», σε μουσική Θανάση Πολυκανδριώτη, το οποίο κυκλοφόρησε το 1976.
Ο θάνατος μέσα σε ταξί
Ο Στράτος Διονυσίου απεβίωσε στις 11 Μαΐου του 1990, σε ηλικία 54 ετών, από ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής. Η κηδεία του έγινε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.
Λίγες ώρες πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, τραγουδούσε στο μαγαζί «Στράτος», ενώ νωρίτερα το ίδιο απόγευμα, ηχογράφησε 9 τραγούδια για τον δίσκο «Ποιος άλλος», που κυκλοφόρησε έναν μήνα μετά τον θάνατό του, κάνοντας ρεκόρ πωλήσεων. Σύμφωνα με τον στιχουργό Τάκη Μουσαφίρη, το τελευταίο τραγούδι που ηχογράφησε εκείνη την ημέρα ήταν το «Μη μ’ αφήνεις μόνο μου».
Η τελευταία εμφάνιση στην πίστα
Το προηγούμενο βράδυ είχε εμφανιστεί κανονικά στο μαγαζί του, «Στράτος», όπου τραγουδούσε και μάλιστα, προτού βγει στην πίστα είχε πάει στο στούντιο, όπου ηχογράφησε 9 τραγούδια από τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο «Ποιος Άλλος».
Όταν ολοκλήρωσε το πρόγραμμά του, κάποιοι συνεργάτες του παρατήρησαν ότι κούτσαινε ελαφρά και τον ρώτησαν τι είχε. Τους είπε ότι αισθανόταν έναν πόνο στην κοιλιά και πως θα πήγαινε στον γιατρό να το κοιτάξει. Κανείς δεν φανταζόταν ότι δε θα προλάβαινε…
Ο γιος του, Στέλιος, έχει πει για την ημέρα θανάτου του: «Για κάποιον λόγο, εκείνη την ημέρα, δεν ξέρω πώς, ενώ φεύγαμε με τα σχολικά συνήθως από το σχολείο για να πάμε στο σπίτι, έφυγα με το λεωφορείο της γραμμής. Δεν ξέρω για ποιον λόγο και είχα μια αναστάτωση. Ήμουν στην πρώτη Λυκείου τότε, 16 χρονών. Φτάνω στο σπίτι όπου ήταν η μητέρα μας και ο θείος μας ο Γιάννης. Δούλευε το προηγούμενο βράδυ μαζί με τον πατέρα μου και ήρθε να πιει καφέ γιατί έμενε δίπλα μας.
Εκείνη την ώρα, μάς πήρε τηλέφωνο μια γειτόνισσα και λέει “βρε συ Γεωργία, όλα είναι καλά; Γιατί κάτι άκουσα στο ραδιόφωνο για τον Στράτο”. Ήταν περίπου 11 το πρωί. Και φύγαμε με τα πόδια από το Χίλτον να πάμε στον Ευαγγελισμό. Δεν ξέραμε ότι είχε πεθάνει. Ο πατέρας μας έφυγε από το ξενοδοχείο στις 10 το πρωί με ταξί και πέθανε μέσα στο ταξί. Έξω από τις στήλες του Ολυμπίου Διός.
Πήγαμε λοιπόν με τα πόδια στον Ευαγγελισμό, θεωρώντας ότι θα τον δούμε. Σαν να έπαθε κάτι με την καρδιά του αλλά δεν πέθανε. Τώρα αυτό είναι λίγο μακάβριο, μας ακούει και η μαμά. Όταν πήγαμε στο νοσοκομείο, στα εξωτερικά ιατρεία είχε και άλλους ασθενείς, οι οποίοι ήταν ζωντανοί. Και πήρα μια ελπίδα ότι είναι καλά. Μετά όμως πήγαμε πιο μέσα και αντικρίσαμε αυτό το θέαμα… ήταν συγκλονιστική στιγμή».
Ο θάνατος της κόρης του
Άλλη μία σημαντική απώλεια βίωσε η οικογένεια του αξέχαστου Στράτου Διονυσίου Γολγοθά το 2012, με τον θάνατο της μοναχοκόρης του, Τασούλας Διονυσίου.
Μεγάλη Παρασκευή, άφησε την τελευταία της πνοή σε ηλικία μόλις 53 χρόνων, μετά από μάχη που έδωσε με τον καρκίνο. Η ειρωνεία της τύχης ήταν ότι δεν πρόλαβε να δει να έρχεται στον κόσμο το εγγονάκι της, καθώς η κόρη της επρόκειτο να γεννήσει σε δύο μήνες.
Η Τασούλα ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά που είχε αποκτήσει ο Στράτος Διονυσίου από τον γάμο του με τη Γεωργία Λαβένη, και έφυγε από τη ζωή ακριβώς 22 χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα της. Ο τραγουδιστής τής είχε μεγάλη αδυναμία, γιατί είχε το όνομα της μητέρας του, που την έλεγαν Στάσα.
Παρότι ήταν παντρεμένη στη Θεσσαλονίκη και έμεινε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, στάθηκε πάντα στο πλάι της μητέρας της και κοντά στα αδέλφια της, τον Στέλιο, τον Άγγελο και τον Διαμαντή, με τα οποία ήταν πολύ δεμένη.
Αλλά κι εκείνα τη στήριξαν σε όλες τις δύσκολες ώρες που πέρασε από τότε που τη χτύπησε η ασθένεια, με όλες τους τις δυνάμεις. Η Τασούλα υπέφερε πάρα πολύ, γιατί η περίπτωσή της δεν ήταν εύκολη. Μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία, ακολουθώντας κατά γράμμα τις οδηγίες του θεράποντος γιατρού της, αλλά δεν τα κατάφερε.
Πηγή: AthensMagazine.gr