
Μια διαχρονική αποτίμηση της απόδοσης του ΕΣΥ στον απόηχο της οικονομικής και πανδημικής κρίσης. Σαφείς ενδείξεις ρηγμάτωσης.
Το σύστημα δημόσιας υγείας δοκιμάζεται. Χρόνιες ελλείψεις ιατρικού, νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού, ειδικά σε κρίσιμους τομείς, επιτείνει την εργασιακή εξάντληση και οδηγεί σε κύμα φυγής προσωπικού. Οι δημόσιες δαπάνες υγείας ως ποσοστό του ΑΕΠ θεωρούνται χαμηλές σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα την υποχρηματοδότηση νοσοκομείων, ελλείψεις σε εξοπλισμό και φάρμακα.
Οι επιπτώσεις των διαδοχικών κρίσεων (οικονομικής και πανδημικής κρίσης) στο δημόσιο σύστημα υγείας
Η απουσία ενός ισχυρού και οργανωμένου συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας οδηγεί στην υπερφόρτωση των νοσοκομείων, καθώς πολλοί πολίτες καταφεύγουν στα ΤΕΠ για θέματα που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν σε μικρότερες μονάδες. Η αδυναμία του δημόσιου συστήματος αναγκάζει τους πολίτες να καταφεύγουν σε υψηλές ιδιωτικές δαπάνες για την κάλυψη των αναγκών τους.

Στιγμιότυπο από το Γενικό Αντικαρκινικό – Ογκολογικό Νοσοκομείο Αθηνών «Ο Άγιος Σάββας»
Κατρακύλησε η δημόσια δαπάνη
Η μελέτη που εκπονήθηκε από το Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών για Θέματα Υγείας (ΚΕΠΥ) και παρουσιάζει το «Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή» εξετάζει τις επιπτώσεις των διαδοχικών κρίσεων (οικονομικής και πανδημικής κρίσης) στο δημόσιο σύστημα υγείας, καθώς και των περιοριστικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν ως απάντηση σε αυτές τις κρίσεις.
Τεκμηριώνει ότι κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης (2009-19), σε συνθήκες δημοσιονομικής λιτότητας και εξωτερικής επιτήρησης, το ΕΣΥ αποδυναμώθηκε δραματικά.
Η δημόσια δαπάνη υγείας μειώθηκε κατά 43,3%, συμπαρασύροντας τη χρηματοδότηση των νοσοκομείων του ΕΣΥ σε μείωση κατά 36,3%.
Το ΕΣΥ απώλεσε το 13,6% των νοσοκομείων του, το 23,5% των νοσοκομειακών του κλινών, το 12,9% των εργαζομένων στα νοσοκομεία του και το 11,2% των εργαζομένων του στα Κέντρα Υγείας.
Οι συνέπειες αυτής της συρρίκνωσης του ΕΣΥ στο πληθυσμό ήταν άμεσα εμφανείς με αύξηση κατά 28,2% των ανικανοποίητων ιατρικών αναγκών και κατά 4,1% των νοικοκυριών με καταστροφικές δαπάνες υγείας, σηματοδοτώντας μια πρωτοφανή κρίση οικονομικής προστασίας και πρόσβασης του πληθυσμού σε φροντίδα υγείας.
Δεν ενδυναμώθηκε το ΕΣΥ την περίοδο της πανδημίας
Τεκμηριώνει επίσης ότι κατά την πανδημική περίοδο (2020-24), σε συνθήκες δημοσιονομικής χαλάρωσης, το ΕΣΥ δεν ενδυναμώθηκε. Η αύξηση των δημόσιων δαπανών υγείας κατά 9,7%, συνοδεύτηκε από μείωση της χρηματοδότησης των νοσοκομείων του ΕΣΥ κατά 2,6%, με την πρόσθετη δημόσια δαπάνη να ανακατευθύνεται στον ιδιωτικό κερδοσκοπικό τομέα υγείας για αγορά υπηρεσιών από αυτόν.
Ομοίως η αύξηση κατά 9,7% του προσωπικού των νοσοκομείων του ΕΣΥ, συνοδεύτηκε από μείωση κατά 0,5% του μόνιμου προσωπικού του, καταδεικνύοντας ότι η ενίσχυση του ΕΣΥ σε ανθρώπινο δυναμικό την εν λόγω περίοδο υπήρξε εμβαλωματική και μη βιώσιμη στηριζόμενη αποκλειστικά στην πρόσληψη επικουρικού προσωπικού με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Επιπρόσθετα, η μετατροπή του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε «σύστημα υγείας μίας νόσου» προκάλεσε τεράστιες απώλειες στη νοσηλευτική του κίνηση (απώλεια >350.000 χειρουργικών επεμβάσεων στα νοσοκομεία και απώλεια >9,5 εκατ. επισκέψεων στα Κέντρα Υγείας), με εμφανείς επιπτώσεις στην οικονομική προστασία και πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας του πληθυσμού, του οποίου οι ανικανοποίητες ιατρικές ανάγκες αυξήθηκαν κατά 48,4% και οι καταστροφικές του δαπάνες υγείας κατά 20%.
Το «πάθημα» δεν έγινε «μάθημα»
Η μελέτη τέλος αναδεικνύει ότι κατά τη μετα-πανδημική περίοδο (2024), το ΕΣΥ εμφανίζει σαφείς ενδείξεις ρηγμάτωσης (breaking points). Στα νοσοκομεία του ΕΣΥ το 2023 η χρηματοδότηση παραμένει κατά 38% μικρότερη, σε σχέση με τα προ-κρίσεων επίπεδα του 2009, έχοντας διανύσει 14 έτη συνεχούς λιτότητας.
Η ρηγμάτωση αυτή του ΕΣΥ έχει σοβαρές συνέπειες στην πρόσβαση του πληθυσμού σε υπηρεσίες υγείας και την οικονομική του προστασία σε περίπτωση ασθένειας, με το 13,5% του ελληνικού πληθυσμού να δηλώνει ανικανοποίητες ιατρικές ανάγκες το 2024, ποσοστό που φτάνει το 17,5% στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα.

Η ρηγμάτωση του ΕΣΥ έχει σοβαρές συνέπειες στην πρόσβαση του πληθυσμού σε υπηρεσίες υγείας
Σε άλλο μήκος κύματος
Με την εικόνα του Εθνικού Συστήματος Υγείας τραυματισμένη και σε οριακό σημείο αντοχής ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συζήτηση στο συνέδριο «Υγεία πάνω απ’ όλα», αναγνώρισε μεν τα προβλήματα αλλά επικοινωνιακά θέλησε να διαχειριστεί τα προβλήματα -όπως άλλωστε συνηθίζει- με αρκετές νότες αισιοδοξίας.
«Αυτή η στιγμή αυτό που γίνεται στα νοσοκομεία και στα κέντρα υγείας είναι πραγματικά κοσμογονικό. Και δεν το λέω για να ακουστεί πομπώδες, αλλά αρκεί να πάτε να επισκεφθείτε τα νοσοκομεία, τα τμήματα επειγόντων περιστατικών σε παραπάνω από 90 νοσοκομεία, παραπάνω από 160 κέντρα υγείας.
Αρκεί να δει κανείς την εικόνα του πριν και το μετά. Δεν χρειάζεται κανείς να πει πολλά πράγματα για να διαπιστώσει πόσο σημαντική είναι αυτή η παρέμβαση. Είναι ουσιαστικά η μεγαλύτερη κτιριακή αναβάθμιση, όχι μόνο κτιριακή, αλλά και υποδομές και εξοπλισμό που έχει γίνει στο Εθνικό Σύστημα Υγείας από συστάσεώς του» ανέφερε χωρίς να καταφέρει να μην ακουστούν πομπώδες αυτά που είπε.
Και συνέχισε: Για το ζήτημα της επιστροφής γιατρών στην χώρα μας, που έφυγαν κατά την περίοδο της κρίσης ο πρωθυπουργός είπε: «Αυτή τη στιγμή, για πρώτη φορά στη χώρα μας, επιστρέφουν περισσότεροι Έλληνες στην πατρίδα από ό,τι έφεραν τα χρόνια της κρίσης. Και φυσικά, στον ιατρικό τομέα έχουμε πολύ μεγάλες ευκαιρίες (…)».
Πηγαίνουμε στη σωστή κατεύθυνση;
Τέλος για την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού στο ΕΣΥ ο πρωθυπουργός τόνισε ότι είμαστε 15% πάνω σε σχέση με το ανθρώπινο δυναμικό του 2019. «Είμαστε εκεί που θέλουμε; όχι ακόμα. Έχουμε σημειακές ελλείψεις. Έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα με στελέχωση μονάδων στα νησιά μας, παρά το γεγονός ότι έχουμε δώσει αρκετά γενναιόδωρα κίνητρα. Πληρώνονται πολύ περισσότερο οι γιατροί σήμερα σε σχέση με το τι πληρώνονταν το ’19 και σε σχέση και με άλλες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, μέσα από μια σειρά από παρεμβάσεις, οι οποίες είναι και μισθολογικές και φορολογικές. Θυμίζω την αυτοτελή φορολόγηση των εφημεριών, που αποτελούσε πάγιο αίτημα των γιατρών. Άρα πηγαίνουμε στη σωστή κατεύθυνση. Και σίγουρα ως προς τον έλεγχο των δαπανών έχει συντελεστεί μια πολύ μεγάλη αλλαγή πια».
Στην πραγματικότητα όμως, παρά τη σχεδόν ιδανική εικόνα που καλλιεργεί επιδεικτικά ο πρωθυπουργός, το ΕΣΥ καλείται να ξεπεράσει γιγάντια προβλήματα για τα οποία η κυβέρνηση δείχνει να αδιαφορεί.



















