
«Κανείς δεν παρακολουθεί τις ταινίες της αυτή τη στιγμή και όσοι τη θυμούνται τη συνδέουν με αυτό το απλοϊκό meme…. Το ξέρετε αυτό, ακόμη και αν δεν ξέρετε τίποτε άλλο για την Γκάρμπο… Τη φράση της "θέλω να είμαι μόνη μου"».
Ο Σκοτ Ρέισφιλντ την ήξερε ως «Κάτα», την παιχνιδιάρα Σουηδέζα προγιαγιά που του έμαθε πώς να βηματίζει τροχάδην και τον άφηνε να παίζει πόλεμο μεταξύ των πλαστικών του φιγούρων και των ξύλινων trolls που είχε σκαλίσει στο χέρι. Αργότερα έμαθε ότι ήταν ηθοποιός, αλλά μόνο όταν ήταν στο κολέγιο συνειδητοποίησε ότι κάποτε ήταν ίσως η πιο διάσημη γυναίκα στον κόσμο.
Η Γκρέτα Γκάρμπο, το σημερινό θέμα ενός συναρπαστικού ντοκιμαντέρ της τηλεόρασης του Sky, με τίτλο Garbo: Where Did You Go?, ήταν μια από τις καλύτερα αμειβόμενες ηθοποιούς στο Χόλιγουντ για μεγάλο μέρος της δεκαετίας του ’20 και του ’30 – και ίσως η πιο λατρεμένη.
Διαβάστε επίσης: Βεζένκοφ: «Ο Μπαρτζώκας δεν είναι αυτό που βλέπετε – Θα ήθελα τον Σορτς για συμπαίκτη μου»
Το 1930 η Γκάρμπο λάμβανε 3.000 επιστολές την ημέρα, σε σύγκριση με 800 που λάμβανε ο Αμερικανός πρόεδρος, Χέρμπερτ Χούβερ.

To «Garbo: Where Did You Go?» προβάλλεται στο Sky Arts, Freeview και Now στις 14 Μαΐου
Το σύνδρομο Γκρέτα Γκάρμπο
Ωστόσο, λέει ο Ρέινσφιλντ, ένας πολυγραφότατος συνεργάτης της κινηματογραφίστριας Λόρνα Τάκερ, «κανείς δεν παρακολουθεί τις ταινίες της αυτή τη στιγμή και όσοι τη θυμούνται τη συνδέουν με αυτό το απλοϊκό meme…. Το ξέρετε αυτό, ακόμη και αν δεν ξέρετε τίποτε άλλο για την Γκάρμπο… Τη φράση της «θέλω να είμαι μόνη μου»».
Είπε για πρώτη φορά την ατάκα στην ταινία Γκραντ Οτέλ, το 1932, έχοντας περάσει με επιτυχία από τις βωβές ταινίες στις ομιλούσες, και την επανέλαβε πολλές φορές μετά από αυτό. Η Γκάρμπο έδωσε μάλιστα το όνομά της σε ένα σύνδρομο -«μια κατάσταση όπου οι διάσημοι σταρ χάνουν το νόημα της ζωής και κλείνονται στον εαυτό τους».
Ωστόσο, ενώ αποσύρθηκε στα τελευταία χρόνια της η Γκάρμπο θα πρέπει να δοξάζεται για άλλα πράγματα, λέει ο Ρέισφιλντ, ο οποίος γράφει ένα δεύτερο βιβλίο γι’ αυτήν.
«Οι περισσότερες ανύπαντρες γυναίκες της μεσαίας τάξης στις δεκαετίες του ’20 και του ’30 ήταν υπάλληλοι γραφείου – ένα νέο επάγγελμα που δεν υπήρχε – και αυτές πήγαιναν στις ταινίες της Γκάρμπο»
Η χειραφετημένη γυναίκα
Πρώτον, λέει, «μεταμόρφωσε εντελώς την υποκριτική του Χόλιγουντ. Ήταν ένας διαφορετικός τύπος ηθοποιού, πιο φυσιοκρατικός – έτσι είχε εκπαιδευτεί ως ηθοποιός θεάτρου στη γενέτειρά της, τη Σουηδία».
Δεύτερον, η Γκάρμπο -γεννημένη ως Γκρέτα Γκούσταφσον- «είχε μεγάλη απήχηση στις γυναίκες ως ένα σύνθετο και πολυεπίπεδο άτομο που θα μπορούσαν να φανταστούν ότι θα είχαν ως φίλη. Μπορεί να ήταν σημαντική για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα της γιαγιάς σας ή της προγιαγιάς σας.
»Οι περισσότερες ανύπαντρες γυναίκες της μεσαίας τάξης στις δεκαετίες του ’20 και του ’30 ήταν υπάλληλοι γραφείου – ένα νέο επάγγελμα που δεν υπήρχε – και αυτές πήγαιναν στις ταινίες της Γκάρμπο», λέει ο Ρέισφιλντ και συνεχίζει:
«Αυτές οι γυναίκες δεν έπρεπε πλέον να είναι βικτοριανά αγνές. Επέλεγαν οι ίδιες τη σεξουαλικότητά τους, έβγαιναν ραντεβού, έκαναν λάθη. Δεν χειραφετήθηκαν, αλλά επέτρεψαν στον εαυτό τους να έχει αυτοεκτίμηση».
Οι θαυμαστές της γοητεύτηκαν από το ειδύλλιό της με τον βωβό σταρ Τζον Γκίλμπερτ – τον έρωτα της ζωής της, όπως πιστεύουν πολλοί. Όταν εμφανίστηκαν μαζί στη βωβή ταινία Flesh and the Devil, το 1926, ο θρύλος λέει ότι οι ερωτικές τους σκηνές ήταν τόσο έντονες που δεν άκουσαν τον σκηνοθέτη να φωνάζει «Cut!».
H Γκάρμπο -γεννημένη ως Γκρέτα Γκούσταφσον- «είχε μεγάλη απήχηση στις γυναίκες ως ένα σύνθετο και πολυεπίπεδο άτομο που θα μπορούσαν να φανταστούν ότι θα είχαν ως φίλη
Η Γκάρμπο απέναντι στην λογοκρισία
Το τελευταίο μέρος της κληρονομιάς της Γκάρμπο ήταν ο αγώνας της κατά της λογοκρισίας, η οποία βρισκόταν στο απόγειό της στην Αμερική μεταξύ των μέσων της δεκαετίας του ’30 και των τελών της δεκαετίας του ’50, όταν το περιεχόμενο των ταινιών επιβαλλόταν αυστηρά από τον κώδικα Hays*.
(*Η πρώτη προσπάθεια εισαγωγής λογοκρισίας ταινιών στις ΗΠΑ μέσω της θέσπισης μιας σειράς κατευθυντήριων γραμμών στους παραγωγούς ταινιών. Ο κώδικας Hays εφαρμόστηκε από το 1934 έως το 1966).
Τη γλίτωσε με το φιλί μιας γυναίκας και τη μεταμφίεσή της σε άνδρα στη Βασίλισσα Χριστίνα (1933), αλλά η Μάτα Χάρι (1931), η μεγαλύτερη επιτυχία της, λογοκρίθηκε στην επανακυκλοφορία της το 1938, επειδή η Γκάρμπο χόρευε ερωτικά και φορούσε ένα διάφανο νεγκλιζέ.
«Είναι σχεδόν τόσο σοκαριστικό όσο το να βλέπεις τη μητέρα σου μεθυσμένη», ειρωνεύτηκε ένας κριτικός. Κυκλοφόρησε όταν ήταν μόλις 36 ετών και ήταν η τελευταία της ταινία
Ο λόγος που σταμάτησε τις ταινίες
Τα πράγματα χειροτέρεψαν. Η ταινία Two-Faced Woman (1941) του George Cukor, στην οποία υποδυόταν μια γυναίκα που προσποιείται ότι είναι η φανταστική δίδυμη αδελφή της προκειμένου να ξανακερδίσει τον εν διαστάσει σύζυγό της, καταδικάστηκε από την Εθνική Λεγεώνα της Αξιοπρέπειας, μια καθολική ομάδα, για «ανήθικη και αντιχριστιανική στάση απέναντι στο γάμο» και απαγορεύτηκε σε πολλές πόλεις.
«Είναι σχεδόν τόσο σοκαριστικό όσο το να βλέπεις τη μητέρα σου μεθυσμένη», ειρωνεύτηκε ένας κριτικός. Κυκλοφόρησε όταν ήταν μόλις 36 ετών και ήταν η τελευταία της ταινία.
«Από τη βασίλισσα Χριστίνα και μετά οι ταινίες της έχουν κεντρικό ρόλο στη λογοκρισία της Αμερικής και αυτό συχνά διαφεύγει από το κοινό», λέει ο Ρέισφιλντ. «Είναι επίσης ο λόγος που δεν έκανε ταινίες μετά το 1941».
Καθώς ένας εμμονικός Τύπος κυνηγούσε τους φίλους της για ιστορίες, «έπρεπε να βγάλει αυτούς τους ανθρώπους από τη ζωή της, οπότε στο τέλος ήταν μόνη της»
Δεν ήταν ερημίτισσα
Η ταινία Garbo: Where Did You Go? δείχνει τη σταρ να το παραδέχεται: «Είχα κουραστεί από το Χόλιγουντ. Δεν είχα καλές προτάσεις για ταινίες». Ο Ρέισφιλντ είναι βέβαιος ότι η λογοκρισία -όχι η εισβολή του Τύπου, όσο κι αν τη μισούσε- έπεισε την Γκάρμπο να αποσυρθεί.
Ωστόσο, «παρέμεινε κοινωνική και ηδονιστική, με φίλους όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο Τζον Κένεντι και ο φωτογράφος Σεσίλ Μπίτον και φημολογούμενους εραστές όπως ο Μπίτον, ο συγγραφέας έριχ Μαρία Ρεμάρκ και οι ηθοποιοί Μάρλεν Ντίντριχ και Ταλούλα Μπάνκχεντ. Η Γκάρμπο, η οποία δεν παντρεύτηκε ποτέ, μετακόμισε στη Νέα Υόρκη τη δεκαετία του ’50 και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατό της το 1990 σε ηλικία 84 ετών.
«Υπήρχε αυτή η αφήγηση ότι ήταν ερημίτισσα – δεν ήταν», λέει η σκηνοθέτις της ταινίας. Στην αρχή δεν ήταν ερημίτισσα. Καθώς ένας εμμονικός Τύπος κυνηγούσε τους φίλους της για ιστορίες, «έπρεπε να βγάλει αυτούς τους ανθρώπους από τη ζωή της, οπότε στο τέλος ήταν μόνη της».
Η «μεγάλη, γαλουχημένη σουηδική αγελάδα»
«Τι τρόπος να περάσω τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου» είπε η Γκάρμπο στον Μπίτον το 1948. «Πάντα μόνη. Ήμουν τόσο ανόητη που δεν συμμετείχα περισσότερο. Τώρα είμαι απλά μια τσιγγάνα που ζει μια μοναχική ζωή».
Αυτή η ζωή είχε ξεκινήσει από τη φτώχεια στη Στοκχόλμη, κόρη ενός εργάτη και μιας εργάτριας εργοστασίου. Το ταλέντο της Γκάρμπο αναγνωρίστηκε όταν εμφανίστηκε σε μια διαφημιστική ταινία, ενώ εργαζόταν σε ένα πολυκατάστημα, αν και εκείνη την εποχή δεν είχε τόσο κομψή εμφάνιση.
Στο ντοκιμαντέρ ο Όρσον Γουέλς θυμάται με γενναιότητα ότι την είδε σε μια διαφήμιση ψωμιού: «Ήταν αυτή η μεγάλη γαλουχημένη σουηδική αγελάδα, τίποτα που να σου δείχνει ότι έβλεπες το πιο θεϊκό πλάσμα που θα έβγαινε ποτέ στην οθόνη. Και δύο χρόνια αργότερα ήταν η Γκρέτα Γκάρμπο».
«Της άρεσε να συναναστρέφεται με τους ανθρώπους και υπήρχαν θέματα στα οποία μπορούσε να εκπλαγείς από το βάθος των γνώσεών της – το σύστημα ύδρευσης της Νέας Υόρκης, η ιρλανδική ποίηση»
Το βάθος των γνώσεών της
Το Χόλιγουντ την απορρόφησε το 1925, αλλά η υπόλοιπη οικογένεια παρέμεινε στη Σουηδία μέχρι το 1939 που ξέσπασε ο πόλεμος, οπότε την ακολούθησαν στην Αμερική. Αδελφή του παππού του Ρέισφιλντ, του Σβεν, η Γκάρμπο ήταν «σαν ένας επιπλέον παππούς και γιαγιά, ένα συναρπαστικό πρόσωπο που κρατούσε τα πράγματα διασκεδαστικά» λέει.
«Της άρεσε να συναναστρέφεται με τους ανθρώπους και υπήρχαν θέματα στα οποία μπορούσε να εκπλαγείς από το βάθος των γνώσεών της – το σύστημα ύδρευσης της Νέας Υόρκης, η ιρλανδική ποίηση».
Το γεγονός ότι στην αρχή δεν είχε ιδέα ότι ήταν σταρ του κινηματογράφου ήταν ευλογία, λέει ο Ρέισφιλντ. «Βοηθάει να δημιουργήσεις μια σχέση με ένα διάσημο πρόσωπο χωρίς να ξέρεις ότι είναι διάσημο».
Ανακάλυψε την ταυτότητα της Γκάρμπο όταν ήταν στο κολέγιο τη δεκαετία του εβδομήντα. «Υπήρχε ένα άρθρο στο περιοδικό People όπου η μαμά μου [ανιψιά της Γκάρμπο] έκανε διακοπές με την Γκάρμπο στην Καραϊβική. Κάποιος τύπος κάθεται δίπλα μου στην τάξη και μου λέει: «Είδα τη μαμά σου στο περιοδικό People».
»Τότε ήταν που άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο ενδιαφέρον είχαν οι άλλοι άνθρωποι για αυτήν».
«Φαίνεται να είναι ένα αστείο αυγό»
Παρόλο που ο Ρέισφιλντ θυμάται ότι συστήθηκε στον Γάλλο ηθοποιό και τραγουδιστή Μορίς Σεβαλιέ, η Γκάρμπο γενικά δεν άφηνε την οικογένειά της και τους διάσημους φίλους της να συναντηθούν.
«Νομίζω ότι το έκανε για να μας προστατεύσει από όλο το τσίρκο των διασημοτήτων. Υπήρξε η απαγωγή του Λίντμπεργκ [του 20 μηνών γιου του αεροπόρου το 1932], ένα σχέδιο εκβιασμού για τη Μάρλεν Ντίντριχ. Η Γκάρμπο είχε άπειρους stalker, ανθρώπους που έφταναν στο Λος Άντζελες επειδή ήθελαν να την παντρευτούν».
Τώρα ο θόρυβος γύρω της έχει κοπάσει. «Κανείς δεν ξέρει ποια είναι. Οι άνθρωποι της βάζουν τα δικά τους θέλω – γκέι, στρέιτ, μοναχική, πάντα σε πάρτι. Εγώ θα ήθελα απλώς να πιω ένα ποτό μαζί της. Φαίνεται να είναι ένα αστείο αυγό» καταλήγει η σκηνοθέτις, Λόρνα Τάκερ.
*To «Garbo: Where Did You Go?» προβάλλεται στο Sky Arts, Freeview και Now στις 14 Μαΐου.
*Με στοιχεία από thetimes.com