
Ο Ρόμπερτ Ναβάρο και η υπό αμφισβήτηση φιλοσοφία των Βάσκων...
Η Αtλέτικ Μπιλμπάο είναι ένας από τους ελάχιστους ποδοσφαιρικούς συλλόγους στον κόσμο που πορεύεται εδώ και 125 χρόνια με μια πολιτική που ξεπερνά τον αθλητισμό: τη λεγόμενη «φιλοσοφία της Αtλέτικ». Βασίζεται στην αρχή ότι μόνο ποδοσφαιριστές που έχουν γεννηθεί ή ανατραφεί ποδοσφαιρικά στη γεωγραφική και πολιτιστική περιοχή της Χώρας των Βάσκων (Euskal Herria) μπορούν να φορούν τη φανέλα της. Η πολιτική αυτή αποτελεί σύμβολο ταυτότητας, τοπικής υπερηφάνειας και αντίστασης απέναντι στην παγκοσμιοποιημένη φύση του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Ωστόσο, κάθε φορά που εμφανίζεται μια «οριακή» περίπτωση παίκτη, η φιλοσοφία αυτή δοκιμάζεται. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο Ρόμπερτ Ναβάρο.
Ο Ναβάρο γεννήθηκε το 2002 στη Βαρκελώνη, κάτι που με την πρώτη ματιά τον αποκλείει από τη φιλοσοφία της ομάδας που προπονεί ο Ερνέστο Βαλβέρδε. Όμως μεταξύ 11 και 14 ετών, πέρασε τρία χρόνια στη Ναβάρα —δύο εξ αυτών στην ακαδημία Ταχονάρ της Οσασούνα, που βρίσκεται στο βασκικό γεωγραφικό πλαίσιο. Επιπλέον, η οικογένειά του έχει καταγωγή από τη Ναβάρα. Έπειτα, επέστρεψε στην Καταλονία και εντάχθηκε στη Μασία, την ακαδημία της Μπαρτσελόνα. Η διοίκηση της Ατλέτικ, βασιζόμενη σε αυτή την περίοδο εκπαίδευσης στη βασκική περιοχή και στην καταγωγή του παίκτη, έκρινε ότι πληροί τις προϋποθέσεις.
Διαβάστε επίσης: Αποκάλυψη από τη Σερβία: «Μένει στον Ερυθρό Αστέρα ο Πετρούσεφ»
Παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις, η μεταγραφή του προκάλεσε αντιδράσεις στον πυρήνα των οπαδών και στον τοπικό Τύπο. Πολλοί θεωρούν ότι τέτοιες περιπτώσεις ανοίγουν επικίνδυνα την πόρτα σε μελλοντική αλλοίωση της φιλοσοφίας. Υποστηρίζουν ότι η παραμονή τριών ετών σε βασκική περιοχή, χωρίς γενέτειρα ή πλήρη ανάπτυξη εκεί, δεν αρκεί για να θεωρηθεί κάποιος «παίκτης της Ατλέτικ». Εκφράζεται ο φόβος πως τέτοιες αποφάσεις «χαλαρώνουν» μια αυθεντική και μοναδική ποδοσφαιρική ταυτότητα στο όνομα της ανταγωνιστικότητας.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και εκείνοι που βλέπουν αυτή την ευελιξία ως απαραίτητη προσαρμογή. Το ποδόσφαιρο έχει εξελιχθεί, και η Ατλέτικ δεν μπορεί να επιβιώσει μόνο με παίκτες από Βισκάια και Γκιπούθκοα. Ο σύλλογος χρειάζεται να αντλεί ταλέντο από μια διευρυμένη, αν και πολιτισμικά συγγενική, βάση. Δεν πρόκειται —λένε— για προδοσία των αξιών, αλλά για έξυπνη εφαρμογή τους στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα. Η παλαιότερη ιστορία άλλωστε περιλαμβάνει και άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, όπως του Εμερίκ Λαπόρτ ή του Σάντι Εθκέρο, που επίσης προκάλεσαν συζητήσεις.
Στην περίπτωση Ναβάρο, επομένως, η απάντηση δεν είναι απόλυτη. Ναι, τυπικά πληροί τα κριτήρια που έχει θέσει η ίδια η Ατλέτικ. Έχει εκπαιδευτεί στη Ναβάρα και έχει καταγωγή από την περιοχή, άρα εντάσσεται στην ευρύτερη έννοια του «παίκτη της Euskal Herria». Όμως, όπως κάθε «οριακή» περίπτωση, έτσι και αυτή επαναφέρει το ερώτημα: Ποια είναι τα ακριβή όρια της φιλοσοφίας; Είναι σταθερά ή ερμηνεύσιμα; Και, τελικά, είναι δυνατόν να διατηρηθεί ένα τέτοιο μοντέλο χωρίς κάποιου είδους ευελιξία;
Η Ατλέτικ βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί: μεταξύ της διατήρησης μιας παράδοσης που προκαλεί παγκόσμιο θαυμασμό και της ανάγκης να παραμείνει ανταγωνιστική σε ένα περιβάλλον που αλλάζει. Η περίπτωση του Ναβάρο δεν είναι το τέλος της φιλοσοφίας, αλλά άλλη μια υπενθύμιση πως ο ορισμός της ταυτότητας —αθλητικής ή πολιτιστικής— δεν είναι ποτέ απόλυτος· είναι πάντα υπό διαπραγμάτευση.