Μια λιπόψυχη paper champion, στην πατρίδα του Braveheart

Μια λιπόψυχη paper champion, στην πατρίδα του Braveheart

Ο Κέλτες είναι από που λέμε «έξω καρδιά» έπιναν σαν τα γουρούνια, ξερνούσαν, μάλωναν και καπάκι αγκαλιάζονταν. Κανονικοί Έλληνες δηλαδή.

Αν και πριν από αγώνα του ΠΑΟΚ για τα προκριματικά του C.L η σκέψη μου θα έπρεπε να είναι στραμμένη αποκλειστικά στην αναμέτρηση με τους Μοσχοβίτες, δε γίνεται να αντισταθώ στον πειρασμό και να μη γράψω για την Σέλτικ που αποτελεί μια από τις συμπάθειες που απέκτησα στην πορεία. Το ίδιο ακριβώς θα έγραφα ακόμα κι αν την αντιμετώπιζε ο ΠΑΟΚ, το πολύ να απέφευγα τα περί συμπάθειας, θα προέκυπτε στη συνέχεια όμως.

Πριν από μερικά χρόνια παρουσίαζα εκπομπή την ΕΤ3 κάτι σαν εναλλακτικό ντοκιμαντέρ, με όχι τόσο συνηθισμένη θεματολογία.

Μια από τις εκπομπές που ήθελα να κάνω κι έκανα τελικά, ήταν αφιέρωμα στα μεγάλα ποδοσφαιρικά ντέρμπι του πλανήτη. Το ντέρμπι με την κυριολεκτική έννοια του όρου, αφορά αναμετρήσεις ομάδων από την ίδια πόλη ή νομό τέλος πάντων, στην πορεία του χρόνου άρχισε να περιγράφει όλους τους σπουδαίους αγώνες που καθηλώνουν το κοινό. Ντέρμπι αποκαλείται και το Ρεάλ-Μπάρτσα και το Μίλαν- Γιουβέντους, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι.

Τέλος πάντων οι επιλογές ήταν αμέτρητες, από το να πάω Αργεντινή για Μπόκα-Ρίβερ και Μοντεβιδέο για Νασιονάλ-Πενιαρόλ, μέχρι Ρόμα-Λάτσιο, Ατλέτικο-Ρεάλ και Σίτι-Γιουνάιτεντ. Έπρεπε να επιλέξω ένα παιγνίδι για να το παρουσιάσω όπως ήθελα, οι αναφορές στα υπόλοιπα θα γινόταν μέσω περιγραφών από πρόσωπα που τα είχαν ζήσει δια ζώσης.

H επιθυμία μου να πάω Γλασκώβη για το οld firm όπως το αποκαλούν οι Σκωτσέζοι ανάμεσα σε Σέλτικ και Ρέιντζερς ήταν ακαταμάχητη, πίστευα πως αν ζήσω όλη την ατμόσφαιρα του πιο παραδοσιακού ντέρμπι της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής ιστορίας, θα είναι σα να έχω δει όλα τα υπόλοιπα. Η πρώτη μεταξύ τους αναμέτρηση τους άλλωστε, χρονολογείται από το 1888 !

Ξεκινώντας για Σκωτία ήμουν περίπου ουδέτερος καθώς δεν είχα προτίμηση σε κάποιον από τους δυο, ίσως έγερνα ελάχιστα προς τους Ρείντζερς, λόγω απέχθειας στο Κέλτικο πράσινο με το τριφύλλι, για ευνόητους λόγους. Φίλος πάντως που είχε πάει Σκωτία όταν ο ΠΑΟΚ αντιμετώπισε τους μπλε, με είχε προειδοποιήσει πως θα καραγουστάρω τους Κέλτες, αφού όπως μου εξηγούσε, οι άλλοι είναι αντιπαθητικοί.

Αν υπάρχει κάτι που μου έμεινε ως απωθημένο, είναι πως δεν απόλαυσα την πανέμορφη Γλασκώβη ως τουρίστας έστω και στο ελάχιστο. Πρόλαβα να πιω μερικές γουλιές καφέ για δέκα λεπτά σε έναν από τους παραδοσιακούς δρόμους την οδό Μπιουκάναν, όπου η κυκλοφορία του κόσμου θύμιζε μελίσσι .Αυτή ήταν η μοναδική ανάσα, με το συνεργείο ξυπνούσαμε 7 το πρωί, τρώγαμε κάτι χοντρές φέτες μπέικον που περιελάμβανε το πρωινό για να την παλέψουμε με το κρύο, παίρναμε αγκαλιά κάμερες, μικρόφωνα, τρίποδες κλπ και ξαμολιόμασταν να δείξουμε τα πάντα που σχετίζονταν με το ντέρμπι. Από συνεντεύξεις Ελλήνων της Γλασκώβης, ιερείς μια και η διαμάχη των δυο πλευρών έχει τις ρίζες της στον Προτεσταντισμό και τον Καθολικισμό, μέχρι.και παμπ-οπαδών που κάποτε είχαν ανατινάξει αντίπαλοι και παρέμενε περίπου σαν μουσείο.

Υπήρχε μπόλικο πράγμα προς καταγραφή και παρεμπιπτόντως εκείνο που με εντυπωσίασε καθώς δεν το περίμενα ήταν εντελώς άσχετο με το λόγο του ταξιδιού. Οι Σκωτσέζες, απίστευτα όμορφες και στυλάτες. Παρασυρμένος ίσως από τις Αγγλίδες που όποτε πετυχαίνοντας κάποια νόστιμη στο δρόμο το γιορτάζεις σα να κέρδισες το τζόκερ, νόμιζα πως κάπως έτσι θα είναι οι γυναίκες κι εκεί. Διαψεύστηκα όμως, το θέαμα ήταν αναπάντεχα εντυπωσιακό, με κάποια κομμάτια να τα λες και συλλεκτικά. Αν και χειμώνας δεν έκρυβαν και πολλά, εκείνη την περίοδο μόλις είχε εφαρμοστεί ο αντικαπνιστικός νόμος -που ακόμα να ισχύσει στην Ελλάδα- και όλες έβγαιναν έξω από τις παμπ φορώντας τα απολύτως απαραίτητα, για να φουμάρουν. Όταν έχεις πιει μια λεκάνη μπύρα, δεν καταλαβαίνεις από κρύο….

Στην Γλασκώβη υπάρχουν περιοχές που είναι απαγορευμένες ζώνες για τους αντιπάλους, εκεί μαζεύονται τα βράδια οι οπαδοί και γίνονται σταφίδα από το αλκοόλ. Μια δυο ημέρες πριν τους αγώνες, η κατάσταση ξεφεύγει.

Δεν είναι και τόσο εύκολο να πλησιάσεις αν δεν είσαι δικός τους, το δοκίμασα κι εγώ, ήταν κάπως ζόρικα, ομολογώ.

Φαντάσου να περπατάς σε άγνωστους, σκοτεινούς δρόμους και να εμφανίζονται ξαφνικά μια ντουζίνα περίεργοι χωρίς δόντια, με τατού στο λαιμό αλά Κλάους Αθανασιάδη, ρωτώντας τσαμπουκαλεμένα, από που είσαι, τι δουλειά έχεις στα μέρη τους και τέτοια.

Όταν χουλιγκανίζονται με βόμβες, αντιλαμβάνεται ο καθένας πως είναι καχύποπτοι κι επιφυλακτικοί.

Αν είσαι ΠΑΟΚ δε μασάς βέβαια, πάντα βρίσκεις την άκρη, η πλάκα ήταν πως και με τα Αγγλικά ακόμα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να συνεννοηθείς. Όταν επέστρεψα κι έπρεπε να κάνω ακριβή μετάφραση των συνεντεύξεων, ακόμα και καθηγητές Αγγλικής φιλολογίας δήλωναν παραίτηση, αφού δεν έβγαζαν νόημα.στη μετάφραση.

Επειδή το πενθήμερο που μείναμε εκεί δεν ήταν αρκετό για να δείξουμε όσα θα θέλαμε και την τελευταία μέρα κάναμε αμέτρητα πάνε-έλα από τα γκέτο της μιας ομάδας σε αυτά της άλλης, κάποια στιγμή έπαθα κάτι σαν δημοσιογραφικό vertigo, μπερδεύτηκα, δεν ήξερα που βρίσκομαι και πριν φάμε το πέσιμο ρώτησα το σκηνοθέτη μου «εδώ είμαστε στους Σέλτικς ή στους Ρέιντζερς».

Γιατί εννοείται πως πουλούσαμε και τον σχετικό πρόλογο, δε λέγαμε πως κάνουμε γενικό ρεπορτάζ και γυρίζουμε παντού, αλλά πως πήγαμε στη γειτονιά τους, για να δείξουμε μόνο αυτούς, επειδή είναι οι καλύτεροι, οι πιο φημισμένοι και παρόμοια διπλωματικά.

Εκεί ήταν που συμπάθησα τους Κέλτες, δε χρειαζόταν προσπάθεια να σπάσει ο πάγος, μετά τον απαραίτητο πρόλογο, σε έβαζαν στην παμπ και σε υποχρέωναν να πιεις μαζί τους με το ζόρι. Στον ίδιο ρυθμό και τις ίδιες ποσότητες.

Οι Ρέιντζερς ήταν απόμακροι, απρόσιτοι ίσως και ψηλομύτες, δύσκολα ξανοίγονταν, έμοιαζαν περισσότερο με Εβραίους στη συμπεριφορά, μιλούσαν μεταξύ τους λες και συνωμοτούσαν.
Οι Σέλτικς ήταν από που λέμε «έξω καρδιά», χωρίς αναστολές και ντροπές, έπιναν σαν τα γουρούνια, ξερνούσαν, έριχναν μπινελίκια ο ένας στον άλλον επειδή διαφωνούσαν ποιος πρέπει να παίξει φορ και καπάκι τραγουδούσαν συνθήματα αγκαλιασμένοι.

Κανονικοί Έλληνες δηλαδή, κάποιες ιστορικές εκδοχές άλλωστε παρουσιάζουν τους Κέλτες ως Ελληνικό φύλλο και πολλές από τις παλιές Ιρλανδικές παραδόσεις, έχουν τις ρίζες τους στη χώρα μας. Σύμφωνα με τη μυθολογία μάλιστα.ένα από τα παιδιά που έκανε ο Ηρακλής ήταν ο Κέλτης (ή Κέλτος) . Σε περίπτωση πάντως που ο μπαμπάς είχε σχέση με την ομάδα, θα στοιχημάτιζα πως την έκανε από την πίσω πόρτα και γύρισε Ελλάδα, επειδή δεν είχε να πληρώσει διατροφή στη γυναίκα του.

Πηγαίνοντας νωρίς το πρωί στο γήπεδο με τον υπόγειο σιδηρόδρομο, κάθισα απέναντι από δυο φίλους των Ρέιντζερς ήταν δεν ήταν 17-18 χρονών, φορούσα γάντια ΠΑΟΚ, ο ένας με κοίταξε δείχνοντας τα γάντια και μου είπε «Μπλαχίν-Μπλαχίν»!

Ήταν ο προπονητής μας σ΄ εκείνο το παιγνίδι, λογικά δεν είχαν κάποιον άλλον από τον ΠΑΟΚ εκείνης της εποχής, για να θυμούνται…

Ο αγώνας ήταν προγραμματισμένος στις 12 το μεσημέρι, για το φόβο επεισοδίων. Με το φως της ημέρας τα πράγματα γίνονται λιγότερο δύσκολα για την αστυνομία, η περιοχή γύρω από το γήπεδο εποπτευόταν μέχρι και με ελικόπτερο. Εκτός αυτού οι παμπ είναι κλειστές το πρωί, αν οι οπαδοί πήγαιναν πιωμένοι, δεν υπήρχε δύναμη να τους σταματήσει.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, έπαθα την πλάκα μου όταν είδα έναν οπαδό της φιλοξενούμενης Σέλτικ, να περπατά αμέριμνος έξω από τις θύρες των γηπεδούχων. Ως κλασικός ΑΡΔ φώναξα του σκηνοθέτη να οπλίσει την κάμερα, για να καταγράψουμε live τη δολοφονία.

Αντ΄ αυτού είδα το μοναχικό Κέλτη να κυκλώνεται από περίπου 15 οπαδούς της Ρέιντζερς με τους τελευταίους να του τραγουδούν «you are like Harry Potter» -είσαι σαν τον Χάρυ Πότερ- στο ρυθμό του «που ναι η μπάλα».και τον τελευταίο να χαζογελά.

ΥΓ Μια και μίλησα για χαζό γέλιο και για να μη μείνουν οι φίλοι της Α4 με το παράπονο πως δεν αναφέρθηκα στον αγώνα που δίνουν, να ενημερώσω για κάποια βασικά σχετικά με το αγωνιστικό κομμάτι, έτσι όπως το αντιλαμβάνονται αυτοί…

Οι Κέλτες θεωρούνταν εξαιρετικοί πολεμιστές, απίστευτα βίαιοι και πολεμούσαν από χόμπι. Οι κατακτητικές επιδρομές ήταν λιγότερες από τις αντίστοιχες που έκαναν για την πλάκα τους.
Οι πόλεμοι γι αυτούς ήταν ότι οι Ολυμπιακοί αγώνες για τους δικούς μας προγόνους, τους έβλεπαν σαν σπορ και αναψυχή δηλαδή, περισσότερο διασκέδαζαν με τη μάχη, γι αυτό και οι συγγραφείς της εποχής, τους αποκαλούσαν «φρενοβλαβείς».

Τα εξηγώ αυτά. ώστε σε περίπτωση που αποφασίσουν να πάρουν το ματς όμως αυτοί ξέρουν, να πλάσουν ένα πειστικό σενάριο, όχι όπως στην Τούμπα που δήλωναν τρομαγμένοι από τη μια και ο Κονέ έλεγε πως δεν επέστρεψαν επειδή είχαν κρυώσει και ήθελαν να μάθουν το σκορ.

Εκεί δε θα υπάρχει ούτε Βασιλειάδης ούτε Φλαμπουράρης για να τους σώσουν, πρέπει το παραμύθι τους να έχει δράκο.

Για παράδειγμα, αφού θα είναι Σκωτία, μπορούν να ισχυριστούν πως είδαν σε αφίσα τον Μελ Γκίμπσον και φοβήθηκαν μήπως ξυπνήσει μέσα του ο Γουίλιαμ Γουάλας, οπότε κρύφτηκαν στα αποδυτήρια.

Ίσως γι αυτόν το λόγο η Ουέφα θα έπρεπε να απαγορεύσει αυτό το ζευγάρι, όπως έκανε μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών.

Ακούγεται οξύμωρο είναι αλήθεια, η λιπόψυχη Α4 που τρόμαξε από μια φωτογραφία, να πατά τα χώματα που μεγαλούργησε ένας Braveheart…

Γράψτε το σχόλιο σας

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΣΧΟΛΙΑ