Πάμε να πάρουμε ζωή, με μια τζούρα ΠΑΟΚ

Πάμε να πάρουμε ζωή, με μια τζούρα ΠΑΟΚ

Για μας, το να φωνάξουμε, να υποστηρίξουμε, να δημιουργήσουμε ατμόσφαιρα είναι το ελάχιστο, πηγαίνουμε γήπεδο για να ζήσουμε.

Δεν παίρνω όρκο ότι δεν το έχω γράψει και παλιότερα, ΠΑΟΚ έγινα το 1972 με την κατάκτηση του πρώτου κυπέλλου. Αν και οι αναμνήσεις της…μεταβρεφικής ηλικίας συνήθως σβήνουν εντελώς από το μυαλό, θυμάμαι σαν τώρα τ΄ ανθρώπινα ποτάμια που αντίκριζα, να κατεβαίνουν στον Λευκό Πύργο. Το πατρικό μου σπίτι τότε δεν απείχε ούτε 100 μέτρα από το σύμβολο της πόλης και βρισκόμενος στον 7ο όροφο, έβλεπα παντού ένα τσουνάμι κεφαλιών να κατεβαίνει Θερμαϊκό. Κόσμος από Άνω Πόλη, από Τούμπα, όπου έπιανε το μάτι μου, έβλεπα τον ίδιο κινούμενο όγκο.

Ζήτησα από τον πατέρα μου να κατέβουμε κι εμείς, με πήρε στους ώμους και ανακατευτήκαμε στα στίφη των αλαλλαζόντων.

Αν είχα μείνει σε αυτές τις εικόνες, λογικά θα ήμουν σήμερα ένας φίλαθλος. Θα δήλωνα ΠΑΟΚ, θα έβλεπα όποτε το θυμόμουν παιγνίδια από την τηλεόραση, ίσως και να πήγαινα κάπου κάπου στο γήπεδο με την παρέα. Με την ίδια προσμονή, όπως θα πηγαίναμε σε ταβέρνα…

Δεν άλλαξε κάτι και στο επόμενο κύπελλο δυο χρόνια μετά, την ένεση που λέμε την έφαγα το 1977, στον χαμένο τελικό με τον Παναθηναϊκό. Εκεί που απόλαυσα μια ομαδάρα να μαγεύει και να σφάζεται εν ψυχρώ από κάποιον πρόγονο του Κομίνη. Η πώρωση απογειώθηκε στον επόμενο τελικό του 1978, όπου επίσης χάσαμε από το χαρτί, παίζοντας μπαλάρα.

Στον τελικό του 81, βρισκόμουν μέσα στα πούλμαν που κατέβηκαν στην πρωτεύουσα, δεν υπήρχε δύναμη να με σταματήσει. Σκαστός από το σπίτι, ο ΠΑΟΚ με είχε κάνει δικό του, εξουσίαζε ήδη κάθε εγκεφαλικό μου κύτταρο και με πήγαινε όπου εκείνος ήθελε.

Μια παρόμοια ιστορία θα βρείτε πίσω από κάθε ΠΑΟΚτσή, οι συνηθισμένοι άνθρωποι επιλέγουν τους νικητές, εμείς είχαμε άλλες προτεραιότητες. Ήμασταν μ΄εκείνους που έκαναν κλικ στη δική μας ψυχοσύνθεση, που μας έβγαζαν κάτι διαφορετικό, ενεργοποιώντας πτυχές του χαρακτήρα μας, άγνωστες μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Που τις ανακαλύψαμε όμως, λόγω ΠΑΟΚ.

Το ποιος ήταν ο νικητής ούτε που μας ενδιέφερε, κολλούσαμε σ΄εκείνον που μας γοήτευε, κατ΄ ανεξήγητο τρόπο εκείνη τη στιγμή.

Ο ΠΑΟΚ γέννησε λαό και από το μπάσκετ τα χρόνια που ήμασταν μονίμως δεύτεροι, αλλά είπαμε. Το ποιος ήταν ο νικητής περνούσε σε δεύτερη μοίρα, το πάθος, η τρέλα, η αυταπάρνηση από τη μία και η άρνηση της υποταγής από την άλλη, όπως και η συνεχής προσπάθεια, ενεργοποιούσαν τα κόκκινα λαμπάκια της εσωτερικής μας ευτυχίας.

Από τότε που εφευρέθηκε ο κινηματογράφος, οι Χολιγουντιανές παραγωγές ήταν έτσι φτιαγμένες, ώστε να περνούν πάσης φύσεως υποσυνείδητα μηνύματα. Τα σενάρια στα παλιά γουέστερν κατηύθυναν τις μάζες στην απενοχοποίηση των καουμπόηδων, καθιστώντας τους συμπαθείς. Εμείς ήμασταν πάντα με τους Ινδιάνους, μας έβγαζαν κάτι πιο αρσενικό, αγνό και ατόφιο. Και τελικά έτσι ήταν, οι άνθρωποι υπερασπίζονταν τη γη τους, κόντρα σε χρυσοθήρες που δε λογάριαζαν τίποτα μπρος στο κέρδος.

Σας φαίνονται περίεργα τα παραπάνω εσάς της ΠΟΚεμον κοινότητας, το αντιλαμβάνομαι πλήρως. Αν νοιώθατε, θα ήσασταν στην ίδια κερκίδα με μας.

Στη ζωή όμως, υπάρχουν ιδανικά απείρως ανώτερα από το χάνω-κερδίζω. Μεγαλύτερη αξία έχει πχ, το πως χάνεις όπως και ο τρόπος που κερδίζεις.

Γι αυτό και από πρόπερσι σιχαθήκαμε όσο τίποτα το χαρτί και θα παραμείνει βδέλυγμα εσαεί.

Τα περί νίκης και ήττας δεν αποτελούν δικό μου αυθαίρετο συμπέρασμα, αλλά πραγματικότητα τεκμηριωμένης ιστορικά.

Ηττημένος της μάχης των Θερμοπυλών ήταν ο Λεωνίδας κι όμως, το δικό του όνομα γράφτηκε στην παγκόσμια ιστορία. Αν και χαμένος αυτός έμεινε ζωντανός, μνημονεύεται μέχρι σήμερα και διδάσκεται στα πανεπιστήμια.

Ρωτώντας «ποιος ήταν ο νικητής;», θα εισπράξεις την απάντηση «ο Ξέρξης, ίσως ο Δαρείος, ενδεχομένως κι ο Αρταξέρξης, μπορεί κι ο προπάππους του Ανσαριφάρντ, θα σε γελάσω ρε μεγάλε, δεν παίρνω όρκο…»

Τεκμαίρεται και από τη φράση του Τσόρτσιλ «στο εξής δεν θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες». Αν και σύμφωνα με το τελικό σκορ που γράφτηκε στο φ.α του Β. Παγκοσμίου η Ελλάδα ήταν εκ των ηττημένων, τελικά ήταν νικήτρια και έπαθλο ο θαυμασμός που εισέπραξε.

Σε αντίθεση με τη νικήτρια Γερμανία, που μέχρι σήμερα εισπράττει χλεύη και λαϊκή αποστροφή.

Είναι αδύνατον να μας πιάσετε λοιπόν, είσαστε σαν τους Γερμανούς, τους Αμερικάνους, τους Ισραηλινούς, τους Τούρκους, τους Βρετανούς αποίκους, τους εισβολείς-βασανιστές δηλαδή.

Εμείς είμαστε με τους Σπαρτιάτες, τους Μοϊκανούς, τους Παλαιστίνιους, τους Αβορίγινες, τους Μάου-Μάου όπως σοφά μας βάφτισε ο Τζάμπας και δε μας χάλασε καθόλου, το εκλάβαμε ως τίτλο τιμής!

Ατιμία θεωρούμε να μαγαρίζεις την ιστορία της ομάδας για να την πάρεις δωρεάν και να κρύβεσαι πίσω από μια φωτό για να κλέψεις το πρωτάθλημα στα χαρτιά.

Τα παραπάνω προκύπτουν και από το άχτι που βγάζει η ΠΟΚεμον κοινότητα για τον ΠΑΟΚ και τον Σαββίδη, που τους έσπασε τον τσαμπουκά. Έτσι έκαναν όλοι οι φεουδάρχες-κατακτητές με όσους σήκωναν κεφάλι. Κι ο Ιβάν όχι μόνο σήκωσε, αλλά τους τρέχει αβέρτα στα ντου…

Κατά συνέπεια, δε γίνεται να καταλάβετε όσα διαδραματίζονται στον εσωτερικό μας κόσμο γενικώς και όχι μόνο πριν το σημερινό παιγνίδι. Ασύλληπτη για όλους σας η ψυχολογία που θα μας κυριεύει ξεκινώντας για το γήπεδο, αντικρίζοντας το και ακούγοντας αχνά τα πρώτα συνθήματα, χοροπηδώντας στις κερκίδες και παρακολουθώντας όσα μας επιφυλάσσει η εξέλιξη του.

Το τελευταίο είναι αυτό που μας απασχολεί λιγότερο από κάθε τι. Μια κι αναφερθήκαμε στις Θερμοπύλες, όταν ο Ξέρξης είχε στείλει κάποιον οπαδό του «ο Άρης» να κατασκοπεύσει τους Έλληνες πριν τη μάχη, είχε πάθει πλάκα βλέποντας τους να γυμνάζονται, να χτενίζονται, εντελώς άνετους λες και ήταν μια συνηθισμένη μέρα.

Ε λοιπόν το ίδιο ακριβώς ισχύει και για εμάς, μια βραδιά σαν όλες τις υπόλοιπες ασπρόμαυρες θα είναι κι η σημερινή. Το ίδιο θα φωνάξουμε, θα πωρωθούμε, τις ίδιες διαδρομές θα κάνουμε προς το κάγκελο.

Θα κοντραριστούμε με τους απέναντι ποιος θα ακουστεί περισσότερο, θα γίνουμε ένα με τον διπλανό τραγουδώντας «εδώ και τόσες χιλιάδες χρόνια» που μέσα σε μερικούς στίχους περιγράφει ολόκληρη την οπαδική ιστορία μας. Θα κάνουμε αυτά που ανάγκασαν τον Μαραντόνα να ομολογήσει πως δεν τα έζησε σε άλλο γήπεδο, που έκαναν τον Ντουντού να μιλάει με δέος για την Τούμπα και τον Ντάρμπισιρ να παρατάει την προθέρμανση για να μας τραβάει σε βίντεο, θα πλημμυρίσουμε όλο το ηλιακό σύστημα με τα decibel της φωνής μας και τέλος.

Τα κλασικά δηλαδή, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.

Τα εξηγώ όχι για εμάς που τα ξέρουμε, για τους γαύρους που κάνουν κερκίδα με dj και τα χαρτιά, που κάνουν λιγότερη βαβούρα από αυτήν που παράγεται στην εθνική πινακοθήκη.

Μη νομίζετε δηλαδή πως ακόμα κι αν -χάριν παραδείγματος λέμε- κερδίζαμε τον Άγιαξ με 6-0 (για να μην φάμε και το ρεκόρ της Γιουβέντους) θα σημάνει κάτι ιδιαίτερο. Άντε το πολύ να πίναμε μια ρετσίνα παραπάνω, δε θα διαφοροποιούσε θεαματικά τη συμπεριφορά μας.

Οι οπαδοί πηγαίνουν στο γήπεδο για να φωνάξουν, να εκτονωθούν, να συμπαρασταθούν στην ομάδα τους, να τη βοηθήσουν να πάρει το αποτέλεσμα.

Εξαίρεση οι του «ο Άρης» που πηγαίνουν για να δείξουν τα παραπάνω, αν με κάποιο σκηνοθετικό τρικ μπορούσαν να κάνουν ένα άδειο γήπεδο να δείχνει κατάμεστο, ούτε απ΄ έξω θα περνούσαν.

Για μας, το να φωνάξουμε, να υποστηρίξουμε, να δημιουργήσουμε ατμόσφαιρα είναι το ελάχιστο, πηγαίνουμε γήπεδο για να ζήσουμε.

Είναι ζωοδόχος πηγή, οξυγόνο, μετάγγιση αίματος, πως να το εξηγήσω.

Τόσο απλά λοιπόν η Τούμπα έγινε φόβητρο κι ο λαός του ΠΑΟΚ σημείο αναφοράς, δεν κάναμε κάτι ιδιαίτερο, ούτε καταβάλαμε προσπάθεια.

Τα πάντα μας έβγαιναν αυθόρμητα καθώς μας μάγευε το περιβάλλον, όλο αυτό που ζούσαμε προκαλούσε μποτιλιάρισμα ενδορφίνης στους εγκεφάλους μας.

Δε χρειαζόμασταν κάποιο διεγερτικό για να ντοπαριστούμε, στην πραγματικότητα συνέβαινε το ανάποδο! Μας ντόπαρε αυτό που ζούσαμε και το μεταλαμπαδεύαμε στην ομάδα.

«Δωρεάν λάβατε, δωρεάν δώστε», όπως αναφέρει και το Ευαγγέλιο του Ματθαίου.

Στο κομμάτι αυτό έχουμε μια σχέση με τον Τζάμπα είναι αλήθεια, δωρεάν έλαβε κι εκείνος…

Το είχε περιγράψει ιδανικά ο αείμνηστος Νίκος Τριανταφυλλίδης, σκηνοθέτης της ταινίας για τα 90 χρόνια, λέγοντας πως «ο ΠΑΟΚ είναι μία ουτοπία, μία ανταρσία που δεν ολοκληρώνεται ποτέ»

Είμαστε σε άλλη διάσταση, είναι αδύνατον να μας καταλάβετε, μόνο να μας χαζεύετε και να μας ζηλεύετε γι αυτό που είμαστε

Ξεκινάμε και σήμερα για Τούμπα λοιπόν σαν τους Έλληνες φαντάρους το 40, που με πλήρη επίγνωση των δυσκολιών της αποστολής τους, ήταν «με το χαμόγελο στα χείλη», όπως έλεγε ο στίχος της εποχής.

Κι οι πολεμιστές του 40 άλλωστε όπως και όλοι οι ήρωες, δεν κατέβαιναν στις μάχες για να κερδίσουν, πήγαιναν για εκείνο το «γαμώτο» της Πατουλίδου, για να κάνουν την τρέλα τους και να μην επιτρέψουν ποτέ στη συνείδηση τους να τους ελέγξει για κάτι που δεν έπραξαν.

Δεν πάμε να υποστηρίξουμε, να δώσουμε φτερά στους παίκτες, να βγούμε φωτογραφίες, να κάνουμε τους άλλους να παραμιλούν και τα κλασικά.

Αυτά έρχονται μόνα τους όπως συμβαίνει εδώ και τόσες χιλιάδες χρόνια, μια τζούρα ΠΑΟΚ πάμε να ρουφήξουμε.

Αυτό μας αρκεί και θα μας κρατήσει σε κατάσταση υπερδιέγερσης, μέχρι την επόμενη…

Γράψτε το σχόλιο σας

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΣΧΟΛΙΑ