Η ανατομία της ΑΕΚ στο 1/3: Πώς οι ρόλοι των παικτών διαφοροποιούν Ουζουνίδη και Χιμένεθ

Η ανατομία της ΑΕΚ στο 1/3: Πώς οι ρόλοι των παικτών διαφοροποιούν Ουζουνίδη και Χιμένεθ

Οι αλλαγές των ρόλων που διαφοροποιούν την ΑΕΚ του Μαρίνου Ουζουνίδη με την ΑΕΚ του Μανόλο Χιμένεθ. Ο Γαλανόπουλος που έπαψε να είναι box-to-box, ο Μπακάκης που γίνεται σύγχρονος μπακ και οι μεταγραφές που κρίνονται μέρα με τη μέρα. Αυτή είναι η «ανατομία» των Κιτρινόμαυρων στο 1/3 της σεζόν.

Προ ημερών to10.gr παρουσίασε το μοίρασμα της τράπουλας της ΑΕΚ από τον Μαρίνο Ουζουνίδη. Το μοίρασμα αυτό είναι που επιφέρει διαφορετικούς ρόλους για ορισμένους ποδοσφαιριστές των Κιτρινόμαυρων και κατ’ επέκταση μια διαφορετική ΑΕΚ. Μια ΑΕΚ που, στο βωμό του να οικοδομήσει κάτι πιο στιβαρό, έχει αρχίσει να θυσιάζει αποτελέσματα και κατά συνέπεια να βλέπει το στόχο του πρωταθλήματος να απομακρύνεται. Είναι μια βασική παράμετρος που πρέπει να έχεις το σθένος να υποστείς, προκειμένου να εξελιχθείς. Αλλά όποιος κι αν είναι ο σκοπός, δεν αγιάζει τα μέσα. Και τα αρνητικά αποτελέσματα έχουν ένα όριο.

Σκοπός μας σήμερα όμως δεν είναι τόσο να εξετάσουμε τη λογική της προσέγγισης που ακολουθεί ο Ουζουνίδης και το πώς επιχειρεί να κάνει τις «τομές» του στην κληρονομιά που του άφησε ο Μανόλο Χιμένεθ, όσο συγκεκριμένα τους ρόλους των ποδοσφαιριστών που έχουν αλλάξει επί των δικών του ημερών. Όπως θα διαπιστώσετε, τα παραδείγματα του Μιχάλη Μπακάκη και του Κώστα Γαλανόπουλου είναι τα πιο χαρακτηριστικά.

Αυτά σε ό,τι έχει να κάνει με τους «παλιούς». Γιατί παίκτες όπως ο Άλεφ και Μπογέ κρίνονται περισσότερο με βάση τα όσα έχουν δείξει και τα όσα περιμένουμε να δείξουν, και όχι το πώς αξιοποιούνται από τον 50χρονο τεχνικό. Δεν υπάρχει κάποια πρότερη έκδοσή τους, σε αντίθεση (για παράδειγμα) με τον Αντρέ Σιμόες, τον οποίο έχουν καθοδηγήσει κάμποσοι διαφορετικοί προπονητές στην ΑΕΚ. Ο Ουζουνίδης ήρθε και καθιέρωσε τους «νέους» στους ρόλους που εκτίμησε ότι τους ταίριαζαν.

Τα παραπάνω δεν μπαίνουν στο «μίξερ», αλλά σε μια σειρά. Στόχος, να κατανοήσουμε ποιος έχει μείνει ίδιος και απαράλλαχτος, ποιος ξεχωρίζει και γιατί, ποιος έχει αλλάξει και προς ποια κατεύθυνση (θετική ή αρνητική), και ποιος περιμένουμε να ξεχωρίσει στο εγγύς μέλλον.

Βασίλης Μπάρκας: Αφετηρία με τα εύκολα. Το Νοέμβριο του 2017 ο Βασίλης Μπάρκας πήρε, βήμα – βήμα, τα γάντια του βασικού από τον Γιάννη Ανέστη κι έκτοτε δεν λέει να τα αφήσει. Ο Έλληνας τερματοφύλακας αποτελεί όχι απλά μια σταθερή μονάδα της ΑΕΚ (και) του Μαρίνου Ουζουνίδη, αλλά και έναν παίκτη που μέρα με τη μέρα γίνεται καλύτερος και μπαίνει στο γκρουπ των Ελλήνων τερματοφυλάκων που αναδεικνύονται τα τελευταία χρόνια. Αναμφίβολα πρέπει να βελτιωθεί με την μπάλα στα πόδια για να παίξει σε κορυφαίο πρωτάθλημα, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να ανακόψει την απογείωσή του.

Μάριος Οικονόμου: Το «τάνκερ» της άμυνας της ΑΕΚ. Τρομερός στις μονομαχίες μέχρι και στα ματς του Champions League, ελάχιστα λάθη με την μπάλα στα πόδια και 16 καίριες επεμβάσεις κοντά στα καρέ των Κιτρινόμαυρων φέτος (μόνο ο Μπάρκας έχει περισσότερες!). Κι αυτά σε 374’, έχοντας δεχθεί μόνο μία κίτρινη κάρτα! Η ΑΕΚ έχει πιάσει φλέβα «χρυσού» και μάλιστα ελληνική. Είναι ζήτημα οι διαδοχικοί τραυματισμοί του, όμως άπαξ και ξεπεραστεί πλήρως το φαινόμενο, η λύση του θα είναι πολύτιμη. Ίσως και κάτι παραπάνω από αυτό.

Ντμίτρο Τσιγκρίνσκι: Στυλοβάτης. Ο άνθρωπος στου οποίου την εμπειρία η ΑΕΚ ποντάρει πολλά, διότι η παρουσία του είναι διαδραστική. Δεν είναι μόνο η ποιότητά του καθ’ αυτή, αλλά και το ότι μεταδίδει ηρεμία στους συμπαίκτες του. Είναι ψυχραιμία του με την μπάλα φτάνει και περισσεύει, ενώ ανασταλτικά συνεχίζει να ξεχωρίζει για την εξαιρετική αντίληψη και τις τοποθετήσεις του.

Βασίλης Λαμπρόπουλος: Το «τάνκερ» της άμυνας της ΑΕΚ, vol 2. Σαφώς βελτιωμένος με την μπάλα εν συγκρίσει με το ξεκίνημά του στην Ένωση προ τετραετίας (μόλις 10 λάθη στο φετινό πρωτάθλημα). Περισσότερο μυαλωμένα μαρκαρίσματα, αλλά εξίσου δυναμικά. Πλέον αποδίδει σπουδαία είτε χρειαστεί να αμυνθεί χαμηλά είτε ψηλά στο χορτάρι. Δεν είναι βαρύ κορμί, επομένως, ειδικά όταν παίζει μαζί με τον Τσιγκρίνσκι, οι αλληλοκαλύψεις μαζί του λειτουργούν άψογα.

Ούρος Τσόσιτς: Ο Σέρβος λειτουργεί σε κάθε καθήκον του ικανοποιητικά, αλλά σε κανένα στην εντέλεια. Είναι ένας στόπερ που μπορεί να δημιουργήσει ισχυρό δίδυμο με τον Οικονόμου και τον Λαμπρόπουλο. Με τον Τσιγκρίνσκι όμως τα πράγματα περιπλέκονται, μιας και η ποδοσφαιρική ιδιοσυγκρασία τους είναι παρόμοια. Το γεγονός ότι και αυτός έχει την εμπιστοσύνη του Ουζουνίδη, παρότι θεωρητικά είναι τέταρτος στην ιεραρχία, υποδεικνύει πως η ΑΕΚ δεν αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα στα μετόπισθεν.

Μιχάλης Μπακάκης: Θυμάστε εκείνες την εποχή που ο Μπακάκης δεν μπορούσε ούτε να διανοηθεί θέση στην ενδεκάδα, βλέποντας τον Ροντρίγκο Γκάλο να τον «τρώει» στον εσωτερικό ανταγωνισμό; Πλέον αυτό μοιάζει με πολύ μακρινή ανάμνηση. Ο Έλληνας μπακ είναι εξαίσιος σε ό,τι έχει να κάνει με το αμυντικό κομμάτι και επαρκής, αλλά υπό βελτίωση, στο επιθετικό. Καλύτερες σέντρες, τσεκ. Γρήγορες επιστροφές, τσεκ. Καλός ένας εναντίον ενός, τσεκ. Κλεψίματα και έγκαιρες επεμβάσεις, τσεκ. Το αν ο Ουζουνίδης τον αξιοποιεί όσο ο Χιμένεθ, είναι προς συζήτηση, μιας και ο ρόλος του τρίτου κεντρικού αμυντικού έμοιαζε πιο ταιριαστός στα στοιχεία του. Το αν ο Ουζουνίδης τον «ολοκληρώνει» ως ποδοσφαιριστή, σίγουρα όχι.

Ροντρίγκο Γκάλο: Σαφώς πιο επιθετικογενής από τον Μπακάκη, εξ ου και ο λόγος που οι Κιτρινόμαυροι ξεχωρίζουν για την ποικιλία των επιλογών στο στήσιμο της δεξιάς πλευράς. Ο Γκάλο έχει τα περισσότερα γεμίσματα (63) από κάθε συμπαίκτη του προς την αντίπαλη περιοχή, πολλά εκ των οποίων δημιουργούν και μεγάλες ευκαιρίες για την ΑΕΚ. Παίζει στα άκρα και είναι ο πρώτος που προσδίδει πλάτος στις επιθέσεις των πρωταθλητών Ελλάδας, ωστόσο δύσκολα θα πάρει… βραζιλιάνικα ρίσκα, με αλλεπάλληλες ντρίμπλες και φαινομενικά δύσκολες κούρσες. Δεν ξεχνά να συνεισφέρει στα μετόπισθεν, όμως εκ των πραγμάτων, δηλαδή λόγω της εντολής Ουζουνίδη να μένει ψηλά, είναι δύσκολο να έχει γρήγορες επιστροφές.

Νίκλας Χουλτ: Μια βασική διαφορά που μπορεί να γίνει διακριτή ανάμεσα στην αριστερή και τη δεξιά πλευρά της ΑΕΚ με τον Ουζουνίδη στο «τιμόνι», είναι ο τρόπος με τον οποίο συμμετέχουν οι ακραίοι στο επιθετικό 1/3. Ειδικά ο Γκάλο, προτιμά να γεμίζει, παρά να πατά στην περιοχή με σπριντ για να γυρίσει παράλληλα. Το αντίθετο ισχύει για τον Νίκλας Χουλτ, που συχνά εκμεταλλεύεται την ταχύτητά του για να πατήσει στην αντίπαλη περιοχή και να ολοκληρώσει το λεγόμενο overlap. Όπως και οι υπόλοιποι μπακ της ΑΕΚ, ο 28χρονος δεν αμελεί τα ανασταλτικά καθήκοντά του. Βεβαίως, οι ακραίοι μπακ έχουν μετατραπεί προ πολλού σε εξτρέμ, επομένως τα κριτήρια έχουν διαφοροποιηθεί γενικότερα στο άθλημα. Ο Χουλτ δεν είναι καλύτερος από πέρυσι, όμως ο Ουζουνίδης τον πιστεύει ακόμα περισσότερο από τον Χιμένεθ.

Έλντερ Λόπες: Σε σχέση με τον Χουλτ, παίζει περισσότερο πάνω στη γραμμή αριστερά σε φάση επίθεσης. Δεν έχει ούτε την ταχύτητα του Σουηδού, ούτε το «γλυκό» πόδι του Γκάλο. Έχει όμως το πείσμα και την αντοχή του Μπακάκη, καλύτερες αποφάσεις με την μπάλα γύρω από τα αντίπαλα καρέ και καλό ποσοστό στις μονομαχίες. Ο Χουλτ είναι η πρώτη επιλογή του Μαρίνου Ουζουνίδη κι όχι άδικα, όμως ο ανταγωνισμός πίσω του είναι κάθε άλλο παρά αμελητέος.

Αντρέ Σιμόες: Σταθερή αξία. Πιο σταθερή, η ΑΕΚ έχει να γνωρίσει χρόνια. Τον αγόρασε το καλοκαίρι του 2015 και δεν το έχει μετανιώσει δευτερόλεπτο. Τον έχουμε δει, κυρίως επί Δέλλα αλλά και επί Χιμένεθ, να παίζει σε ρόλο 8αριού. Φέτος, ελέω της έλλειψης χαφ, έχει επιστρέψει πιο χαμηλά παρέα με τον Κώστα Γαλανόπουλο. Δεν έχει το ρόλο που είχε επί Γκουστάβο Πογέτ, όταν έπαιζε ολομόναχος στο «6» και «έλαμπε», όμως η μπάλα στα δικά του πόδια εξακολουθεί να ισούται με ασφάλεια και ποιότητα. Το επίκεντρο της αγωνιστικής ταυτότητας του Πορτογάλου είναι η ισορροπία. Πουθενά τέλειος, αλλά πάρα πολύ καλός σε όλα όσα χρειάζεται για το ρόλο.

Κώστας Γαλανόπουλος: Η ΑΕΚ θέλει να τον κάνει το next big thing της. Και υφίστανται πράγματα πάνω του, που, όντως, το υποδηλώνουν αυτό. Τα 14 φετινά κλεψίματα, τα ακατάπαυστα τρεξίματα, η τακτική συνέπεια ανασταλτικά. Ο Γαλανόπουλος ως οργανωτής και ένας μέσος από τον οποίο ξεκινάει το build-up, είναι αυτό που προβληματίζει και προς το παρόν τον κρατά χαμηλά στις λίστες των ομάδων στα μεγάλα πρωταθλήματα. Φέτος ο Μαρίνος Ουζουνίδης τον έχει κατεβάσει και σε θέση αμυντικού μέσου, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αξιοποιήσει και τα τρεξίματά του σε ρόλο box-to-box. Η Ένωση έχει ανάγκη να καλύψει το κενό του άξονα, όμως αυτό ενδέχεται να κοστίζει ελαφρώς την εξέλιξη και την ανάδειξη του Γαλανόπουλου.

Έρικ Μοράν: Το δείγμα του επί Ουζουνίδη είναι μικρό, αλλά επειδή τον γνωρίζουμε από πέρυσι, είναι σαφείς και οι λόγοι του χαμηλού χρόνου συμμετοχής του. Ο Ισπανός μέσος επ’ ουδενί έχει ανταποκριθεί στις βλέψεις των ανθρώπων της ΑΕΚ, όταν τον έφεραν ως εναλλακτική τον περασμένο Ιανουάριο, και εξακολουθεί να αποτελεί… καταναγκαστική λύση για τον 50χρονο τεχνικό, στις περιπτώσεις που η ΑΕΚ έχει πολλές απουσίες. Ούτως ή άλλως η απόκτηση χαφ έχει τεθεί σε απόλυτη προτεραιότητα στην Ένωση εν όψει Ιανουαρίου.

Άλεφ: Δεν είναι ότι δεν αξίζει εμπιστοσύνη ο Βραζιλιάνος, αλλά ούτε και ότι έχει εντυπωσιάσει στην αφετηρία του στην ΑΕΚ. Η έλλειψη χαφ των Κιτρινόμαυρων, ευνοεί και εκείνον. Όταν λείπει κάποιος εκ των Γαλανόπουλου και Σιμόες, ο Άλεφ είναι πρώτη επιλογή. Προσφέρει μέτρα με την μπάλα, προσφέρει περισσότερο κάθετο παιχνίδι, όμως σε καμία περίπτωση δεν επιδεικνύει την ίδια συνέπεια με τους Σιμόες και Γαλανόπουλο σε τακτικό και αμυντικό επίπεδο.

Πέτρος Μάνταλος: Δεν είναι ο ρόλος του Μάνταλου αυτός που έχει αλλάξει ριζικά, αλλά το βάρος που έχει επωμιστεί. Ο 27χρονος συνεχίζει να ξεκινάει στα αριστερά, αλλά σπάνια «κολλάει» αριστερά. Κινείται ελεύθερα, κλείνει συχνά προς τα μέσα και δίνει την πτέρυγα στον Χουλτ. Έχοντας όμως συνυπάρξει πολλές φορές στην ίδια ενδεκάδα με τους Αραούχο, Λιβάγια και Χριστοδουλόπουλο την περασμένη σεζόν, η ευθύνη δεν βρισκόταν στα δικά του πόδια στον ίδιο βαθμό. Φέτος, ακριβώς επειδή αυτό έχει αλλάξει, οι απαιτήσεις είναι μεγαλύτερες και ταυτόχρονα οι παίκτες με τους οποίους μπορεί να βρει αυτοματισμούς είναι λιγότεροι. Να το απλοποιήσουμε λίγο: σε μια ομάδα, πόσω δε ποδοσφαιρική, ο ένας οφείλει να κάνει τον άλλον καλύτερο. Αυτό, η ΑΕΚ το έχει χάσει τη φετινή σεζόν και δεν υπάρχει μεγαλύτερο «θύμα» της κατάστασης από τον Πέτρο Μάνταλο.

Γιάννης Γιαννιώτας: Ήταν μια απρόσμενη μεταγραφή αυτή του Γιαννιώτα. Δεν επικοινωνήθηκε άλλωστε ως κίνηση που άνηκε στο σχεδιασμό του ρόστερ, αλλά ως μια ενδιαφέρουσα περίπτωση Έλληνα που θα μπορούσε να αναδειχθεί στους Κιτρινόμαυρους. Σε πρώτη φάση, κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί, στα 100′ που έχει αγωνιστεί. Μελλοντικά ο Ουζουνίδης ευελπιστεί να τον αξιοποιήσει σε παιχνίδια που θα θέλει να απειλήσει στην κόντρα.

Τάσος Μπακασέτας: Ένα πράγμα έχει αλλάξει για τον Μπακασέτα στην εποχή Ουζουνίδη. Δεν σουτάρει απλά συχνά, σουτάρει από παντού! Έχει 24 τελικές προσπάθειες, αριθμός εξαιρετικά μεγάλος για οποιονδήποτε μέσο, αλλά ο αριθμός των γκολ του δεν είναι ανάλογος (3). Ο Έλληνας τεχνικός παρέλαβε έναν Μπακασέτα με υψηλότερου επιπέδου τακτική συνείδηση και έτοιμο να συνεισφέρει περισσότερο τόσο στην ανάπτυξη όσο και στο αμυντικό σκέλος, σε σχέση με τον παίκτη που είχε αφήσει στον Πανιώνιο. Είναι αμφίβολο το αν ο Ουζουνίδης μπορεί να βοηθήσει τον 25χρονο να προοδεύσει περαιτέρω, όμως για την ΑΕΚ είναι σημαντική μονάδα, ακόμα κι αν αυτό που αντικρίζουμε τον τελευταίο χρόνο είναι το ταβάνι του.

Βίκτωρ Κλωναρίδης: Μια από τις πιο εύκολες προβλέψεις που μπορούσαν να γίνουν όταν ο Ουζουνίδης ανέλαβε την ΑΕΚ, ήταν η αναγέννηση του Κλωναρίδη. Όσοι το σκέφτηκαν τη στιγμή της ανακοίνωσης, δικαιώθηκαν γρήγορα. Ο 50χρονος προπονητής βρήκε τρόπο να επωφεληθεί από την παρουσία του πρώην παίκτη του στον Παναθηναϊκό, δίνοντάς του ένα ρόλο που ο Χιμένεθ αδυνατούσε να χωρέσει στα πλάνα του. Το ξεδίπλωμα των αρετών του Κλωναρίδη χαρίζει στην ΑΕΚ, πέραν των άλλων, μια ποικιλία που έχει ανάγκη στη γραμμή κρούσης. Προφανώς δεν έχει την ποιότητα του Σέρχιο Αραούχο, αλλά το στιλ του υπηρετεί καλύτερα αυτό που έχει κατά νου ο Ουζουνίδης.

Λούκας Μπογέ: Οι προσδοκίες με τις οποίες ήρθε το καλοκαίρι ήταν μεγάλες. Όσο μεγάλο ήταν όμως και το κενό που άφησε η αποχώρηση του Λάζαρου Χριστοδουλόπουλου, ο οποίος, ειδικά πέρυσι, διένυσε φανταστική σεζόν. Ο 22χρονος δεν έχει ανταποκριθεί σε αυτές τις προσδοκίες μέχρι σήμερα, αλλά τα ποδοσφαιρικά στοιχεία είναι εκεί. Υπάρχει πάντα περιθώριο βελτίωσης στις επιλογές με την μπάλα, αλλά πρώτιστο μέλημα είναι να βελτιωθεί η κατάσταση στην οποία βρίσκεται από αθλητικής πλευράς. Αν βρει το δρόμο του σε αυτό, ίσως ανοίξει νέα μονοπάτια για την ΑΕΚ συνολικά. Η ΑΕΚ χρειάζεται φαντασία στη μεσοεπιθετική γραμμή. Ο καλός Μπογέ μπορεί να της τη δώσει.

Εζεκιέλ Πόνσε: Τέσσερις μήνες μετά την απόκτηση του Πόνσε, εξακολουθεί να μην έχει βγει συμπέρασμα ως προς το τι μπορεί να γίνει ο Αργεντινός για την ΑΕΚ. Το δεδομένο είναι ότι η Ένωση έμεινε μακριά από την απόκτηση «καθαρού» φορ, κινούμενη σε πιο σύγχρονα πρότυπα και αποκτώντας εντέλει κάποιον ο οποίος δίνει κίνηση δίχως την μπάλα. Ο Πόνσε κερδίζει μονομαχίες, ανοίγει διαδρόμους, τελειώνει με καλό ποσοστό τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονται και συμμετέχει στην ανάπτυξη. Ωστόσο δεν δημιουργεί αρκετά ούτε για τον εαυτό του, ούτε για τους συμπαίκτες του.

Μάρκο Λιβάγια: Την αξία του Λιβάγια τη γνωρίζουμε. Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι η ΑΕΚ, που εν γένει τηρεί λιτή μεταγραφική πολιτική, αποφάσισε να καταβάλει τη ρήτρα των 1.800.000 ευρώ στη Λας Πάλμας για την απόκτησή του. Για τα δικά του στάνταρ, η σεζόν δεν εξελίσσεται ιδανικά για τον Κροάτη φορ, αλλά όχι δα και κάτι δραματικό. Το πρόβλημά του ουσιαστικά είναι το ίδιο με του Μάνταλου. Δεν μπορεί να δουλέψει για τους συμπαίκτες του, γιατί ούτε εκείνοι μπορούν να δουλέψουν για τον ίδιο. Όταν ανέβει η ΑΕΚ, η λογική λέει πως θα σηκώσει μαζί της και τον Λιβάγια.

Γιώργος Γιακουμάκης: Ο μόνος κλασικός επιθετικός που έχει απομείνει, κατ’ επιλογή βέβαια, στο ρόστερ της ΑΕΚ. Ιδανικός για να κερδίσει εναέριες μονομαχίες, αλλά όχι για συμβάλλει σε παιχνίδι υπομονής και κυκλοφορίας. Τα 96′ που έχει φέτος δεν είναι τυχαία. Ο Μάρκους Μπεργκ είχε παρόμοιο σωματότυπο, αλλά γνώριζε πώς να βοηθήσει την ομάδα του στην ανάπτυξη, όταν ήταν βασικός και αναντικατάστατος στον Παναθηναϊκό του Ουζουνίδη. Ο Γιακουμάκης έχει το κορμί και μια αξιόλογη τεχνική, αλλά όχι και το ίδιο επίπεδο ποδοσφαιρικής αντίληψης. Στην ΑΕΚ που επιχειρεί να χτίσει ο Ουζουνίδης, δεν είναι έτοιμος για να αγωνίζεται συστηματικά, διότι του είναι σχεδόν αδύνατο να προσαρμοστεί στις επιθυμίες του Έλληνα τεχνικού.

Οι παίκτες που δεν έχουν χρόνο συμμετοχής στη Super League: Γιάννης Μπότος, Μάκης Γιαννίκουγλου, Παναγιώτης Τσιντώτας, Χρήστος Γιούσης (μόλις 8′), Άστριτ Αϊντάρεβιτς, Πάρης Μπάμπης, Παναγιώτης Γκίνης, Γιώργος Γιαννούτσος, Στράτος Σβάρνας, Χρήστος Αλμπάνης.

ΠΑΙΚΤΗΣΛΕΠΤΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ
ΜΠΑΡΚΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ939
ΛΙΒΑΓΙΑ ΜΑΡΚΟ815
ΜΠΑΚΑΣΕΤΑΣ ΤΑΣΟΣ732
ΣΙΜΟΕΣ ΑΝΤΡΕ728
ΜΑΝΤΑΛΟΣ ΠΕΤΡΟΣ691
ΜΠΑΚΑΚΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ676
ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ657
ΠΟΝΣΕ ΕΖΕΚΙΕΛ583
ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ580
ΧΟΥΛΤ ΝΙΚΛΑΣ567
ΓΚΑΛΟ ΡΟΝΤΡΙΓΚΟ524
ΤΣΙΓΚΡΙΝΣΚΙ ΝΤΜΙΤΡΟ470
ΑΛΕΦ429
ΤΣΟΣΙΤΣ ΟΥΡΟΣ428
ΛΟΠΕΣ ΕΛΝΤΕΡ381
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΜΑΡΙΟΣ374
ΜΠΟΓΕ ΛΟΥΚΑΣ251
ΚΛΩΝΑΡΙΔΗΣ ΒΙΚΤΩΡ220
ΓΙΑΝΝΙΩΤΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ100
ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ96
ΜΟΡΑΝ ΕΡΙΚ80
ΓΙΟΥΣΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ8

Γράψτε το σχόλιο σας

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΣΧΟΛΙΑ