Μουτζουρώνοντας τα ίδια σου τα μούτρα…

Μουτζουρώνοντας τα ίδια σου τα μούτρα…

Χαλώντας την εικόνα ενός συμβόλου, καθιστάς τον εαυτό σου ανάξιο να γίνει μέλος αυτού του συστήματος, με οποιαδήποτε ιδιότητα.

Δυο χρόνια πριν τέτοιες ημέρες περίπου, ο Γκάλης γινόταν μέλος του Hall of Fame και δε σας κρύβω πως η στιγμή δε με είχε αφήσει αδιάφορο. Μη στοιχηματίσετε πως εκνευρίστηκα ή χαλάστηκα, θα χάσετε.

Ξεπερνώντας τις οπαδικές αντιπαλότητες που ώρες ώρες βγάζουν μέσα από τον καθένα μας ένστικτα τέρατος, εκείνο που μένει τελικά είναι η ομορφιά των αναμνήσεων.

Όσοι έζησαν δια ζώσης τα χρόνια της μεγαλύτερης μπασκετικής κόντρας που υπήρξε ποτέ, από το ξεκίνημα μέχρι τον επίλογο της, θα συμφωνούσαν πως η ύψιστη αξία αφορά τη νοσταλγία όλου εκείνου του ανεπανάληπτου πανηγυριού και η έστω και στιγμιαία αναζωπύρωση της χαμένης αθωότητας, μιας άλλης εποχής…

Καμμία λέξη δε γίνεται να τα περιγράψει, μόνο αν ήσουν αυτόπτης μάρτυρας κι επαναφέρεις στο μυαλό τις σκουριασμένες αναμνήσεις. Και πάλι, δε θα προσεγγίσεις το συναίσθημα σε απόλυτο βαθμό.

Θυμάμαι πως δεν υπήρχε ούτε μια βραδιά πριν από εκείνα τα ντέρμπι, που κατάφερα να κλείσω μάτι. Σερί το έβγαζα μέχρι το ξημέρωμα, μετρώντας ώρες, λεπτά και δευτερόλεπτα.

Η ατμόσφαιρα δε στην πόλη ήταν μοναδική, όπου κι αν έστρεφες το βλέμμα σου ένιωθες πως περιστρέφεται γύρω από το παιγνίδι.

Πήγαινες στο περίπτερο για τσιγάρα και με τον τρόπο που σε κοίταζε η περιπτεράς δίνοντάς σου τα ρέστα, νόμιζες πως σε ρωτούσε «τι έγινε ρε παλικάρι, θα κερδίσουμε σήμερα;»

Έβλεπες τον τροχονόμο στον Λευκό Πύργο και οι κινήσεις του φαινόταν πιο νευρικές, σα να έλεγε στους οδηγούς «άντε, πατήστε γκάζι ρε, όπου να ΄ναι αρχίζει το ματς..»

Προφανώς και δεν ήταν έτσι, η προσμονή του αγώνα όμως σε υπέβαλλε σε τέτοιο βαθμό, που σε έκανε να βλέπεις αλλιώς τα χρώματα του ουρανού, τις φάτσες των ανθρώπων, τα πάντα.

Αυτό έμεινε τελικά, οι νίκες και οι ήττες έχουν την αξία υλικών αγαθών που τα χαίρεσαι και τ΄απολαμβάνεις όσο τα έχεις στα χέρια σου. Αν οδηγούσες κάποτε Ρολς Ρόις και τώρα κυκλοφορείς με πατίνι, η ανάμνηση της αμαξάρας δε θα μετριάσει την ταλαιπωρία σου.

Και το αντίθετο εννοείται…

Ακόμα κι εμάς που συνήθως βρισκόμασταν στην πλευρά των ηττημένων, είναι σίγουρο πως αν μας ρωτούσαν σήμερα «θα θέλατε να ξαναζήσετε εκείνες τις εποχές, με το ταμπλό να γράφει το ίδιο αποτέλεσμα;», αρνητική απάντηση δε θα άκουγες ούτε για δείγμα.

Είναι το γύρω-γύρω που μας λείπει λοιπόν, η προσμονή, το άγχος, η απογοήτευση, η ελπίδα. Αυτά θα θυμόμαστε πάντα, ειδικά σε μια εποχή σαν τη σημερινή που η παρακολούθηση του ίδιου αγώνα, ισοδυναμεί με κάτεργο.

Όλη αυτή η κατάσταση που περιέγραψα, έχει ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς, με πρώτο και καλύτερο τον Γκάλη.

Το ίδιο ισχύει για όλους τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής, ένας λόγος παραπάνω για τον Γκάλη που δεν ήταν απλά ένας καλός παίκτης. Καλούς παίκτες είχαμε κι εμείς.

Μιλάμε για αθλητή-σύμβολο, που πήγε το μπάσκετ σε άλλο επίπεδο, ανατρέποντας τα ισχύοντα. Όχι μόνο τα μπασκετικά αλλά και τους νόμους της φύσης, αφού ήταν αυτός που κατάργησε τη βαρύτητα.

Καταστρέφοντας ένα γκράφιτι που τον απεικονίζει σε κάποιον τοίχο της Αθήνας, δε διαγράφεις την ιστορία του. Δε διαγράφεις ούτε τις φορές που μας έκανε να φύγουμε ηττημένοι από το Παλέ.

Μουτζουρώνεις ένα σύμβολο, μαζί του και μια εποχή που είναι σαν κειμήλιο. Πακέτο και τα συναισθήματα μιας γενιάς που είχε την ευλογία να ζήσει κάτι ανεπανάληπτο.

Αυτού του τύπου η μαλακία δέρνει ασύστολα όλη τη γενιά των νεοελλήνων, νομίζουμε πως επειδή είμαστε άθεοι-διεθνιστές θα καταφέρουμε κάτι γκρεμίζοντας το άγαλμα κάποιου εθνικού ήρωα ή βεβηλώνοντας την εικόνα ενός Αγίου.

Ή πως δέρνοντας λαθρομετανάστες, θα λύσουμε το πρόβλημα στη ρίζα του.

Ζούμε με την ψευδαίσθηση πως κατ΄αυτόν τον τρόπο θα προσφέρουμε υπόβαθρο στην ιδεολογία μας, στην ουσία όμως πρόκειται για κυνική ομολογία πως δεν υπάρχει ιδεολογία.

Ολόκληρος ο κόσμος χτίστηκε πάνω σε λογής λογής αξιακά συστήματα, ο αθλητισμός δε θα μπορούσε ν΄αποτελέσει εξαίρεση.

Χαλώντας την εικόνα ενός συμβόλου, καθιστάς τον εαυτό σου ανάξιο να γίνει μέλος αυτού του συστήματος, με οποιαδήποτε ιδιότητα. Σε τελική δηλαδή, μουτζουρώνεις τον ίδιο σου τον εαυτό…

ΥΓ. Μερικά χρόνια πριν στην ανατολική είσοδο της πόλης από Χαλκιδική, σε απόσταση λιγότερη του χιλιόμετρου από τον Χαρίλαο, οπαδοί της ομάδας που εδρεύει εκεί, είχαν γράψει με μπογιά «καλώς ήρθατε στην πόλη του θεού «ο Άρης»».

Το σύνθημα έσβησε, το ξαναέγραψαν και έσβησε ξανά. Απολύτως ορθή η τελική έκβαση, για την πόλη πάνω απ΄όλα!

Θα ήταν τεράστιο πλήγμα για τον τουρισμό, με τους επισκέπτες να νομίζουν πως η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη φάντασμα, αφού λατρεύει ως θεό κάτι που δεν υπάρχει.

Γενικότερα έγινε ωραίος χαβαλές στα social media, το συγκεκριμένο όμως με τον Γκάλη δεν έχει καμμία σχέση με την παραδοσιακή οπαδική πλάκα, που περιέχει μια αγνότητα κι όπως έχετε καταλάβει δε μου αρέσει απλά, αλλά ίσως και να με θρέφει…

Γράψτε το σχόλιο σας

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΣΧΟΛΙΑ